Showing posts with label τέχνη. Show all posts
Showing posts with label τέχνη. Show all posts

Monday, March 12, 2012

Ευγένιος Ντελακρουά. Η διαχρονικότητα του Φιλελληνισμού

Posted by MAKMU ta On Monday, March 12, 2012

Ευγένιος Ντελακρουά
Ο Γάλλος φιλέλληνας ζωγράφος Eugene Delacroix από τους πρωτοπόρος του Γαλλικού Ρομαντισμού, γεννήθηκε στις 26 Απριλίου του 1798 στο Σαιν-Μωρίς. Πατέρας του ήταν ο διπλωμάτης Charles Delacroix. Πολύ νωρίς, σε ηλικία 16 ετών, έμεινε ορφανός.
Σπούδασε την τέχνη της ζωγραφικής στο ατελιέ του ακαδημαϊκού δασκάλου Γκερέν, Eκεί ο νεαρός Ντελακρουά γνώρισε τον Τ. Ζερικώ μεγάλο ζωγράφο της εποχής και συνδέθηκαν με αδελφική φιλία.
Ο Ντελακρουά, αποφασισμένος να συμβάλει στην αναγέννηση της τέχνης και την απαλλαγή της από τον κλασικισμό, πειραματίζεται πάνω στη θεματική της «Θείας Κωμωδίας» του Δάντη και το 1822 εκθέτει στο Σαλόνι το έργο του «Η Βάρκα του Δάντη», στο οποίο είναι φανερή η επίδραση του Ζερικώ. Ο Ντελακρουά κατανοούσε τη νέα τάση στην τέχνη και την στήριξε. Το εργαστήρι του ήταν πάντα ανοιχτό στους νέους καλλιτέχνες.

Ο μεγάλος σταθμός της δημιουργικής πορείας του είναι το έργο που εμπνεύστηκε από την Ελληνική Επανάσταση του 1821. Όταν το 1824 πεθαίνει στο Μεσολόγγι ο άγγλος φιλέλληνας ποιητής και ηγέτης του μαχόμενου ρομαντισμού Μπάυρον, ο Ντελακρουά βαθιά συγκινημένος από το γεγονός αυτό, εκθέτει στο Σαλόνι τη «Σφαγή της Χίου», έργο στο οποίο βρήκαν έκφραση η φρίκη του πολέμου, τα πάθη του υπόδουλου λαού και η πορεία των δραματικών εξελίξεων στην Ελλάδα, την οποία παρακολουθούσε ολόκληρη η προοδευτική Ευρώπη. Αυτό το μνημειώδες έργο, που αποτελεί την αρχή μιας σειράς έργων εμπνευσμένων από την Ελληνική Επανάσταση, τον τοποθέτησε πρώτο ανάμεσα στους Ρομαντικούς ζωγράφους της εποχής του και ανάμεσα στους μεγάλους φιλέλληνες.

Το ίδιο έτος, μετά το θάνατο του Ζερικώ, ο Ντελακρουά τίθεται επικεφαλής της “Νέας Σχολής”. Τα επόμενα χρόνια αρχίζουν να εμφανίζονται όλο και περισσότερα έργα του. Όμως ούτε οι λαμπρές συνθέσεις ούτε το τιμητικό καθήκον να βρίσκεται επικεφαλής της νέας καλλιτεχνικής κίνησης, δεν προστάτεψαν τον Ντελακρουά από το διασυρμό των προσκολλημένων στον κλασικισμό αντιπάλων του. Μέχρι την Ιουλιανή Επανάσταση του 1830 ο Ντελακρουά βρισκόταν υπό δίωξη. Τον Ιούλιο του 1830 ξέσπασε η επανάσταση που κατέληξε στην πτώση της Μοναρχίας των Βουρβώνων, στην οποία ο Ντελακρουά, οπαδός του Βοναπάρτη, συμμετείχε ενεργά. Ο Ντελακρουά ζωγραφίζει το αριστούργημά του «Η Ελευθερία στα οδοφράγματα» σαν ελάχιστη τιμή προς την πατρίδα. Το έργο αυτό, που συνδυάζει την πραγματικότητα με τη ρομαντική ποιητική αλληγορία, θεωρείται ένα από τα πιο δημοφιλή έργα στην παγκόσμια τέχνη. Ο Ντελακρουά εξέθεσε στο Σαλόνι, το 1831, αυτό το έργο του που φαινόταν ότι θα γινόταν δεκτό με θαυμασμό από τους σύγχρονούς του ζωγράφους, καθώς η Επανάσταση ενεργοποίησε σε πολλούς από τους πρώην αντίπαλούς του αισθήματα αδελφοσύνης και φιλίας.

Από το 1838 ως το 1844 ανέλαβε πολλές μεγάλες παραγγελίες, όπως τη διακόσμηση της Βουλής, του Δημαρχείου και της οροφής στη Gallery του Απόλλωνα στο Λούβρο με το έργο του: «Ο Απόλλωνας σκοτώνει τον Πύθωνα» (1850-1851), ακολούθησαν τα έργα «Η εισβολή των Σταυροφόρων στην Κωνσταντινούπολη», «Ο Δον Χουάν», «Ο εβραϊκός γάμος», κ.α. Το 1855 εξέθεσε 48 ζωγραφικούς πίνακες στην Παγκόσμια Έκθεση που έγινε στο Μέγαρο Καλών Τεχνών του Παρισιού. Και στη συνέχεια έγινε μέλος της Ακαδημίας του Παρισιού.
Πέθανε στις 13 Αυγούστου του 1863 στο Παρίσι. Ένα χρόνο αργότερα, στο Σαλόνι παρουσιάστηκε ο πίνακας «Η αποθέωση του Ντελακρουά». Γύρω από το πορτραίτο του ζωγράφου συγκεντρώθηκαν οι θαυμαστές του ταλέντου του. Ανάμεσά τους ο Μανέ, ο Μπωντλέρ, ο Φαντέν-Λατούρ…
Φίλοι του ήταν ορισμένοι από τους γνωστότερους διανοούμενους της εποχής εκείνης, όπως ο Φρειδερίκος Σοπέν, ο Βίκτωρ Ουγκώ, ο Θεόφιλος Γκωτιέ και η Γεωργία Σάνδη
Ο Ντελακρουά, στα 50 χρόνια της δημιουργίας του, άφησε τεράστια κληρονομιά, η οποία περιλαμβάνει γύρω στους χίλιους πίνακες, εφτά χιλιάδες περίπου σχέδια, περισσότερα από χίλια πεντακόσια παστέλ και ακουαρέλες, μερικές σειρές από λιθογραφίες και έξι τεράστιους κύκλους μνημειακών τοιχογραφιών.
Ο Ντελακρουά προέρχεται από μία γραμμή ζωγράφων που ξεκινά από το Μιχαήλ Άγγελο. Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του εκφραστή αυτής της παράδοσης. Ο Ντελακρουά ξαναανακαλύπτει το πνεύμα του Μικελάντζελο, αλλά τα αριστουργήματα που δημιουργεί κάτω απο αυτή την επίδραση είναι εντελώς πρωτότυπα . Όπως κι ο Μικελάντζελο (στην «Τελική Κρίση» στην Καπέλα Σιξτίνα), ο Ντελακρουά τείνει επίσης προς την απεικόνιση του τρόμου. Από τη «Σφαγή της Χίου» ως το «Θάνατο του Σαρδανάπαλου» οι τραγικές σκηνές του Ντελακρουά ζωγραφίζουν τον τρόμο με ασύγκριτη δύναμη.

Ο Ρούμπενς, μετά τον Μικελάντζελο, άφησε το πιο φανερό σημάδι στην τέχνη του Ντελακρουά. Μέσω του Ρούμπενς ο Ντελακρουά ανακάλυψε τον εαυτό του. Η στενή συγγένεια στο δυναμισμό και το σφρίγος που χαρακτηρίζει την τέχνη του Ρούμπενς, καθώς και την τέχνη του Ντελακρουά, είναι προφανής. Ο Ντελακρουά θαύμαζε στο Ρούμπενς μία ικανότητα που επίσης είναι παρούσα στα δικά του έργα: την ικανότητα να ενώνει την αλληγορία με την ιστορία. Στα έργα του διακρίνεται επίσης η επίδραση, όσον αφορά το χρώμα, από τους βενετσιάνους ζωγράφους. Ο Ντελακρουά έλεγε ότι το χρώμα δίνει την παρουσία της ζωής.

Εκτός από μεγάλος ζωγράφος και εξαιρετικός χαράκτης, υπήρξε ακόμη μεγάλος συγγραφέας και κριτικός τέχνης. Ένα από τα πολυτιμότερα τεκμήρια της ρομαντικής εποχής αποτελεί το “Ημερολόγιο” που έγραψε. Μέσα από τα έργα του εκφράζονται οι αξίες και τα αιτήματα του Ρομαντισμού: η αγάπη για την ελευθερία, το πατριωτικό καθήκον, η ανακάλυψη της αξίας του λαού (στο κοινωνικό), του έθνους (στο πολιτικό), της ιστορίας (στο φιλοσοφικό), η απελευθέρωση από τα σφιχτά δεσμά της λογικής και η έκφραση του συναισθήματος σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Η τέχνη του Ντελακρουά υπηρέτησε το ιδανικά της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας και της εθνικής απελευθέρωσης. Δείτε έργα του
Επιμέλεια κειμένου: Αθανάσιος Δημητρίου Χρήστου – Εικαστικός.



Η 10DECO | Διακόσμηση Εσωτερικού Χώρου εκτιμά και αναδημοσιεύει σε αυτό το Blog τα αξιόλογα άρθρα του διαδικτύου αναφέροντας πάντα την πηγή: artemnotes.blogspot.com

Sunday, March 11, 2012

Διακόσμησε με γήινα χρώματα το σπίτι σας!

Posted by MAKMU ta On Sunday, March 11, 2012

Χρησιμοποιείστε το καφέ, όλους τους γήινους τόνους και τα ουδέτερα χρώματα για να ζωντανέψετε με έντονες αντιθέσεις την διακόσμηση του σπιτιού σας! 

Ζεστά και εύκολα στους συνδυασμούς, σας δίνουν λύσεις στην επιλογή των χρωμάτων και κάνουν το σπίτι σας ομορφότερο! Δείτε παρακάτω μερικές ιδέες για το πως θα τα χρησιμοποιήσετε στο σπίτι σας!









Ο χρυσός/μπεζ καναπές είναι ότι πιο κατάλληλο για το σαλόνι γιατί είναι μεν κλασσικό άλλα πάει με όλα τα υπόλοιπα χρώματα! Ρίξτε πάνω ότι χρώμα μαξιλάρια θέλετε και σας ανοίγει την παλέτα για να «παίξουμε» με πολλούς συνδυασμούς!


Ο συνδυασμός του καφέ με το λαδί φέρνει ηρεμία και θαλπωρή! Ιδανικά χρώματα για την κρεβατοκάμαρα!


Βάλτε το καφέ στα ρόμαν, στο φωτιστικό και στο κεφαλάρι του κρεβατιού!


Στην τραπεζαρία παραπάνω, οι τοίχοι είναι με ταπετσαρία σε γήινους τόνους που την κάνουν πιο ήρεμη και χαλαρωτική και χαρίζουν μια αίσθηση «private dining room»!


Εδώ μια πιο έντονη και επιτυχημένη διακόσμηση χρησιμοποιώντας καφέ σε συνδυασμό με πορτοκαλί και βαθύ μοβ! Πολυτελής, πλούσιος και ζεστός συνδυασμός!




Το ζεστό γκρι αποτελεί ένα τέλειο φόντο για να προστεθούν όλα τα υπόλοιπα χρώματα! Στην φωτογραφία από πάνω βλέπουμε την πρακτική αυτή από τον πίνακα, μέχρι τα μαξιλάρια και την ταπετσαρία στην πολυθρόνα! Σημειώστε πως μόνο η πολυθρόνα και ένα μαξιλάρι στον λευκό καναπέ είναι εμπριμέ για να μην γίνει «φορτωμένος» ο χώρος σε σχέση με τον πίνακα!



Η 10DECO | Διακόσμηση Εσωτερικού Χώρου εκτιμά και αναδημοσιεύει σε αυτό το Blog τα αξιόλογα άρθρα του διαδικτύου αναφέροντας πάντα την πηγή: lenablonsky.com

Monday, February 27, 2012

Ιαπωνική αισθητική

Posted by MAKMU ta On Monday, February 27, 2012

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ των ανθρωπολογικών ερευνών της Ruth Benedict αμέσως μετά τον πόλεμο, εάν όχι νωρίτερα, συνηθίσαμε ν’ αποκαλούμε τον ιαπωνικό πολιτισμό έναν «αισθητικό πολιτισμό».

Τί εννοούμε με αυτό; Εντυπωσιαζόμαστε από τη λεπτότητα και τη χάρη της ιαπωνικής χειροτεχνίας ή των γραφιστικών, του θεάτρου και της τελετουργικής μουσικής, και μεταπολεμικά βέβαια του κινηματογράφου, όσο είχε εντυπωσιαστεί η Ευρώπη του δέκατου όγδοου αιώνα από την κινεζική τέχνη και τον απίστευτα εκλεπτυσμένο σινικό πολιτισμό. 

Υπάρχουν άλλωστε τόσες συγγένειες μεταξύ τους που οι ευρωπαίοι, ακόμα στις ημέρες μας, δυσκολεύονται συχνά να διακρίνουν τις διαφορές. Τί σημαίνει όμως «αισθητικός πολιτισμός»;
Αν με αυτό εννοούμε ότι η σφαίρα των αντικειμένων που προορίζονται αποκλειστικά για καλλιτεχνική απόλαυση δεν έχει διαχωριστεί πλήρως από τη σφαίρα των κοινών χρηστικών αντικειμένων, τότε όλοι οι μη ευρωπαϊκοί πολιτισμοί είναι, περισσότερο ή λιγότερο, «αισθητικοί πολιτισμοί». Από την άλλη πλευρά, σήμερα, τόσο στην Κίνα όσο και στην Ιαπωνία, βλέπουμε να εξαπλώνεται ραγδαία ένα δυτικό τρόπο τεχνοκεφαλαιοκρατικό ήθος το οποίο σημαίνει, εκτός των άλλων, έναν εργαλειακό εκλειτουργισμό που είναι ο θάνατος όλων των αισθητικών ποιοτήτων του παραδοσιακού πολιτισμού. Αν μπορούμε να σκεφτούμε κάτι που διακρίνει ιδιαζόντως τον παραδοσιακό σινοϊαπωνικό πολιτισμό, είναι μάλλον μια ιδιότυπη τελετουργικοποίηση του βίου, η οποία επίσης χαρακτηρίζει πολλούς προ-αστικούς πολιτισμούς, αλλά ειδικά στην Άπω Ανατολή ––περιλαμβανομένης της Κορέας, του Βιετνάμ και οπωσδήποτε της Ινδονησίας–– έφτασε σε ένα εντυπωσιακό κορύφωμα. Αυτό είναι πιθανότατα το στοιχείο που αντιλαμβανόμαστε ως εξόχως αισθητική ποιότητα στους εν λόγω πολιτισμούς, οι οποίοι μοιάζουν να έχουν συσταθεί σύμφωνα με το αξίωμα του ευρωπαϊκού αισθητισμού: η ζωή να μιμείται την τέχνη. Μένει όμως να καταλάβουμε τί σημαίνει «τέχνη» στο ίδιο το πλέγμα των δικών τους συλλογικών αναπαραστάσεων.



Το παράδειγμα της Ιαπωνίας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον όχι μόνο εξαιτίας κάποιων ειδικών ποιοτήτων της τέχνης της, αλλά κι επειδή μέσα στον τελευταίο ενάμισυ αιώνα έχει αναπτύξει επίσης μια κάποια φιλοσοφική παράδοση, στα πλαίσια της οποίας έγιναν προσπάθειες να αρθρωθεί μία συστηματική αισθητική. Γενικά μιλώντας, «ακαδημαϊκή φιλοσοφία» (τετσουγκάκου) ––σύμφωνα με αυτό δηλαδή που σημαίνει ο όρος στη Δύση –– αναπτύχθηκε στην Ιαπωνία μόνο από την Παλινόρθωση των Μεΐτζι (1868) και μετά. Νωρίτερα υπήρχε μια μακρά παράδοση βουδιστικού στοχασμού γραμμένου σε αφοριστική μορφή από φιλοσόφους-μοναχούς όπως ο Σάιτσο (Saicho, 767-822), ο Κουκάι (Kukai, 774-835), ο Σινράν (Shinran, 1173-1262), ο Ντόγκεν (Dogen, 1200-82) και ο Νιχίρεν (Nichiren, 1222-82). Κατά τη μεσαιωνική περίοδο αναδύθηκε μία βασισμένη στο καθήκον πολεμική ηθική της πίστης και της αυτοθυσίας, επηρεασμένη από τον Κομφουκιανισμό και τον Ζεν Βουδισμό, που αποκρυσταλλώθηκε στην παράδοση Μπουσίντο των σαμουράι. Μία άλλη παράλληλη παράδοση, εξίσου αν όχι περισσότερο επηρεασμένη από τον Ζεν Βουδισμό, ήταν το μονοπάτι τού Γκέιντο, ή «ο δρόμος τού καλλιτέχνη»: γέννησε σημαντικές ιδέες περί ομορφιάς, ή κατηγορίες του ωραίου, όπως το αουάρε (θλιμμένη ομορφιά), το γιούγκεν (βαθύτητα), το μα (κενό, άδειο), το ουάμπι (λιτότητα, πενία), το σάμπι (μοναχικότητα) και το σίμπουε (περιστολή του εντυπωσιασμού). Παρότι αυτές οι παραδόσεις ανέπτυξαν τα δικά τους ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ένα γενικό γνώρισμα της βουδιστικής ιαπωνικής κοσμοαντίληψης είναι η έμφασή της στο φευγαλέο, στη μεταβατικότητα και στη μη ουσιαστικότητα όλων των μορφών, όπως εκφράζεται μέσ’ από την αισθητική της φθαρτότητας του Γκέιντο ή τη σταθερή υπόμνηση του θανάτου στην πολεμική ηθική του Μπουσίντο.


Η σύγχρονη ιαπωνική φιλοσοφία προσπάθησε κατά κάποιον τρόπο να αναδιατυπώσει φιλοσοφικά, έτσι ώστε να μπορεί να υπεισέλθει σε διάλογο με τα δυτικά ρεύματα σκέψης, όλη αυτή την παράδοση που προηγήθηκε. Μεγάλο μέρος των φιλοσοφικών εξελίξεων του εικοστού αιώνα επικεντρώνεται στην ερμηνεία, όσο και τις κριτικές αντιδράσεις εναντίον, της σκέψης τού Κιτάρο Νισίντα (Kitaro Nishida, 1870-1945) και της Σχολής τού Κυότο: με αυτήν συνδέθηκαν περισσότερο ή λιγότερο στενά στοχαστές όπως ο Τανάμπε Χατζίμε (Tanabe Hajime), Νισιτάνι Κεΐτζι (Nishitani Keiji), Σινίτσι Χισαμάτσου (Shin’ichi Hisamatsu), Τακεούτσι Γιοσινόρι (Takeuchi Yoshinori), Ουέντα Σιτζουτέρου (Ueda Shizuteru), Άμπε Μασάο (Abe Masao), αλλά και ο Bατσούτζι Τετσούρο (Wasuji Tetsuro), ο Κούκι Σούζο (Kuki Shuzo) και ο Ντ. Τ. Σουζούκι (D.T. Suzuki). Γενικά, η σκέψη τού Νισίντα χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια να αρθρώσει ένα ανατολικο-δυτικό φιλοσοφικό ιδίωμα όσο κι έναν διάλογο ανάμεσα στις διάφορες θρησκευτικές πίστεις στο έδαφος μιας βουδιστικής σύλληψης της «κενότητας» (κου) και του «μηδενός» (μου). Από το πρώτο του συστηματικό έργο (Μια μελέτη του Αγαθού, 1911) επεξεργάζεται μία θεωρία τής «καθαρής εμπειρίας» (τζουνσούι κέικεν) που φέρει ευδιάκριτα την επιρροή του William James: όπως και ο James, ο Νισίντα αρθρώνει την «καθαρή εμπειρία» ως άμεση επίγνωση του ρεύματος της συνείδησης που αναδύεται πριν από τον δυαδισμό υποκειμένου-αντικειμένου. Εν συνεχεία, σε έργα όπως το Από τη δράση στην όραση (1927) μοιάζει να ενσωματώνει ––σιωπηρώς–– κάποιες φαινομενολογικές επιδράσεις.2



Δύο από τα έργα των στοχαστών που αναφέρθηκαν εδώ έχουν αμιγώς αισθητικό αντικείμενο, με την οικεία μας έννοια του όρου. Το προπολεμικό έργο του Κούκι Σούζο, Η δομή τού Ίκι (1930) και το σχετικά πρόσφατο βιβλίο τού Σινίτσι Χισαμάτσου, Το Ζεν και οι Καλές Τέχνες (1971). Ίκι ονομαζόταν το αισθητικό ιδεώδες της περιόδου Έντο, το οποίο θα μπορούσε να μεταφραστεί ως «κομψότητα» ή «καλαισθησία». Στη μελέτη του, που συχνά θεωρείται ως η πιο δημιουργική συμβολή στη σύγχρονη ιαπωνική αισθητική, ο Κούκι Σούζο αναλύει αυτή την έννοια σε ένα μεταφορικό τρίπτυχο, το οποίο αντλεί από τη ρητορική των παραδοσιακών κειμένων (στη συνύφανσή τους έγκειται ακριβώς η «δομή» του ίκι): «ερωτικότητα» (μπιτάι) της γκέισας· «ανδρεία» (ικούτζι) του σαμουράι· και «παραίτηση» (ακιράμε) του βουδιστή μοναχού. Η αναφορά στην γκέισα είναι πρωταρχικής σημασίας εδώ, για πολλούς λόγους. Από ετυμολογική άποψη, ο όρος συντίθεται από δύο ιδεογράμματα: το γκέι (gei) και το σα (sha). Σα υποδηλώνει το «πρόσωπο». Γκέι είναι το σύμβολο που γίνεται ευρύτερα δεκτό ως ισοδύναμο της «τέχνης» στην Ιαπωνία. Δεν χρησιμοποιείται όμως ποτέ μόνο του, συνεπώς δεν συμπίπτει με την αφηρημένη έννοια της Τέχνης (art, Kunst) στις σύγχρονες ευρωπαϊκές γλώσσες. Η συγγενέστερη έκφραση που χρησιμοποιείται και σήμερα στα ιαπωνικά είναι γκέι-τζούτσου: οι «καλές τέχνες», οι οποίες δεν περιορίζονται αναγκαστικά στη λογοτεχνία, στα εικαστικά, στη μουσική και στο θέατρο. Οιαδήποτε σωστά επιτελεσμένη τελετουργική πράξη, οιαδήποτε αποτελεσματικά περατωμένη δραστηριότητα που παράγει ευχαρίστηση τόσο για το υποκείμενο της δράσης όσο και για τον παραλήπτη της, και βεβαίως όλα τα αντικείμενα στα οποία υλοποιείται μια τέτοια δράση, υπεισέρχονται στη νοηματική σφαίρα του γκέι. Για πολλούς λόγους φαίνεται ότι η αρχαιότερη σημασία που συμπυκνωνόταν στο ιδεόγραμμα γκέι ήταν η επιτελεστική δεξιότητα. Ελεύθερα, θα μπορούσαμε να το αποδώσουμε ως καλλιτεχνική αίσθηση με την ευρύτερη δυνατή έννοια του όρου, η οποία εξειδικεύεται κάθε φορά ανάλογα με το ειδικό πλαίσιο εφαρμογής της και ανάλογα με το δεύτερο συνθετικό που προστίθεται στο βασικό ιδεόγραμμα. Γκέι-σα είναι ακριβώς το πρόσωπο που είναι αφιερωμένο στις καλλιτεχνικές δραστηριότητες και στις απολαύσεις οι οποίες συνδέονται μαζί τους. Η φιγούρα της ιαπωνίδας γκέισας παραβάλλεται συχνά με αυτήν της αρχαίας εταίρας. Ο παραλληλισμός είναι ορθός στον βαθμό που οι εταίρες του ελληνικού κόσμου ήταν το πιο καλλιεργημένο και ενδιαφέρον είδος γυναίκας που μπορούσε κανείς να συναντήσει σε ένα ασφυκτικά ανδροκρατούμενο περιβάλλον όπως αυτό του ελληνικού άστεως, και βεβαίως κόστιζε ακριβά η απόλαυση της συντροφιάς τους. Το λειτούργημα της ιαπωνίδας γκέισας είναι ωστόσο πολύ πιο απαιτητικό, προϋποθέτει μια εξοντωτική εκπαίδευση ––που αρχίζει από πολύ μικρή ηλικία–– και βασίζεται στην ανάπτυξη πολλών διαφορετικών δεξιοτήτων: στη μουσική, στον χορό, στο μασάζ, στην ευφυή συζήτηση και σε όλες τις λεγόμενες τέχνες της διασκέδασης. Εν ολίγοις, η ιαπωνίδα γκέισα είναι μια δεξιοτέχνις επιτελέστρια πολλαπλών τεχνών, από τις οποίες δεν αποκλείεται η σεξουαλική τέχνη: ποτέ δεν συγχέεται ωστόσο με την απλή πόρνη, η οποία εν αντιθέσει με την γκέισα κοστίζει ελάχιστα και μπορεί ο καθένας να την έχει.



Ο ρόλος και οι λειτουργίες της γκέισας στην παραδοσιακή ιαπωνική κοινωνία προσφέρουν μια ικανοποιητική πρώτη αποσαφήνιση του φάσματος των σημασιών της «τέχνης» στην ιαπωνική αντίληψη. Σε ό,τι αφορά το ιδεώδες του του ίκι («κομψότητα» ή «καλαισθησία»), αποκρυστάλλωμα μιας ιαπωνικής αισθητικής στάσης που χρονολογείται τουλάχιστον από την εποχή του μεσαίωνα, δικαιολογημένα ο Κούκι Σούζο προσφεύγει πρωτίστως στη μεταφορά της γκέισας για τον προσδιορισμό του. Και πρέπει αμέσως να τονιστεί ότι αυτή η κομψότητα ή καλαισθησία ––το ίκι–– αναφέρεται αδιαχώριστα σε μία ποιότητα του έργου, μία δεξιότητα του δημιουργού και μία ικανότητα του παραλήπτη· μπορεί να διαποτίζει ένα συγκεκριμένο έργο τέχνης όσο και μια κοινωνική ή πολεμική επιτέλεση (η «κομψότητα» στο σερβιρίσμα του τσαγιού ή στην τέχνη της ξιφομαχίας, παραδείγματος χάριν, θα εξαρθούν ιδιαίτερα στην παράδοση του Ζεν Βουδισμού και θα χρησιμοποιηθούν κατά κόρον στην αποσαφήνιση του αισθητικού της ιδεώδους). Από αυτή την άποψη είναι αξιοσημείωτη η αναλογία με την ινδική έννοια της rasa. Προχωρώντας τώρα, ο Κούκι Σούζο μας λέει ότι πρώτο συστατικό τής εν λόγω αισθητικής ποιότητας είναι η «ερωτικότητα» της γκέισας: με άλλα λόγια, η σεξουαλική έλξη, η σαγήνη, μια υπόσχεση αισθησιακής ευτυχίας και πλήρωσης που συνιστά το πρώτο, θεμελιώδες και απαραμείωτο υπόβαθρο οιασδήποτε έννοιας του ωραίου, και όλης της τέχνης κατ’ επέκτασιν. Τεχνη χωρίς υποψία ηδονής δεν νοείται. Το δεύτερο συστατικό παρουσιάζεται λιγότερο αυτονόητο εκ πρώτης όψεως· σύμφωνα με τον συγγραφέα, είναι η «ανδρεία» του σαμουράι. Κατά ποια έννοια όμως η ανδρεία του πολεμιστή συνιστά αισθητική ποιότητα; Πριν σκεφτούμε την απάντηση, διδακτικό θα ήταν να αναλογιστούμε ότι από ιστορική άποψη ο «δρόμος του καλλιτέχνη», η παράδοση του Γκέιντο, αναπτύχθηκε ταυτόχρονα με τον «δρόμο του σαμουράι», την παράδοση του Μπουσίντο, σαν δύο παράλληλες και συμμετρικές εκβλαστήσεις του μεσαιωνικού ιαπωνικού πολιτισμού. Στη βουδιστική παράδοση Ζεν, που έχει τις ρίζες της στην Κίνα, είχαν από νωρίς επισημανθεί οι κοινές επιτελεστικές βάσεις τόσο της καλλιτεχνικής όσο και της πολεμικής δεξιοτεχνίας: οι κινήσεις του ξιφομάχου που χειρίζεται το ξίφος είναι ίδιες με τις κινήσεις του καλλιγράφου που χειρίζεται το πινέλο, η κίνηση σε κάθε περίπτωση ξεκινάει από τα δάχτυλα του ποδιού και συμπαρασύρει στον χορευτικό της κυματισμό ολόκληρο το σώμα (αυτή η χορευτική αφετηρία βρίσκεται άλλωστε στη βάση όλων των σινικών πολεμικών τεχνών: τσι- κουνγκ, τάι- τσι, κουνγκ-φου, κ.ά.). Το ότι υπάρχει μια αισθητική διάσταση στις μαχητικές δραστηριότητες, ανεξάρτητη από αποβλέψεις και σκοπιμότητα των πολεμικών πράξεων, είναι θεμελιώδες αξίωμα σε όλο τον σινοϊαπωνικό πολιτισμό, και σε αυτό ακριβώς θεμελιώθηκε αργότερα το ιαπωνικό ήθος των σαμουράι· η χρήση του παραδείγματος του σαμουράι στο παραπάνω ορισμό, ωστόσο, υποβάλλει και τον αντίστροφο συσχετισμό: την ύπαρξη μιας μαχητικής διάστασης στις καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Τί θα ήταν η «ανδρεία του πολεμιστή» ως αισθητική μεταφορά; Θα πρέπει, νομίζω, να ερμηνεύσουμε αυτή την έννοια ως αισθητική τόλμη: μια επιτακτική ορμή για μορφοποίηση, η οποία επείγεται να (αυτο)πραγματωθεί το ταχύτερο δυνατόν και με τα προσφορότερα μέσα, αψηφώντας οτιδήποτε είναι εξωτερικό προς την ίδια την εκφραστική παρόρμηση.



Ερχόμαστε έτσι στο τρίτο συστατικό που υπεισέρχεται στη δομή του ίκι, σύμφωνα με τον περίφημο ορισμό του Κούκι Σούζο, και αυτό είναι η «παραίτηση» του βουδιστή μοναχού. Η παραίτηση, η απάρνηση των εγκόσμιων επιδιώξεων, χαρακτηρίζει βέβαια όλες τις μοναχικές πρακτικές σε ολόκληρο τον κόσμο, όμως στον Βουδισμό ––και στον κινεζικό Ταοϊσμό–– είναι που έλαβε την πιο ριζοσπαστική μορφή της. Η ιδέα αυτή αποτυπώνεται θαυμάσια στην ταοϊστική ιδέα του βου-ουέι («μη δράση») στην Κίνα, που ερμηνεύεται ως συμπόρευση με τη φυσική ροή του κόσμου χωρίς διαταρακτική ατομική παρέμβαση· στον Βουδισμό έχει την έννοια της άρνησης να επιβαρύνει κάποιος το καρμικό του φορτίο, και οδηγεί στην οριστική απελευθέρωση και ειρήνευση της ύπαρξης. Τί έννοια έχει όμως ως αισθητική ποιότητα – και, κυρίως, δεν έρχεται σε καταφανή αντίθεση με την προηγούμενη συνιστώσα, που ερμηνεύσαμε ως ορμή για μορφοποίηση; Η ιδέα αυτή, στην πραγματικότητα, εκφράζει μέσ’ από μια επιβλητική μεταφορά την πιο οικουμενικά αναγνωρισμένη ποιότητα της τέχνης, την αισθητική ανιδιοτέλεια: μία σκοπιμότητα χωρίς σκοπό, όπως έλεγε ο Καντ, η οποία στην ινδική παράδοση είδαμε να τονίζεται μέσ’ από την αντίστοιχη μεταφορά της «απόσπασης» του γιόγκι. Η αισθησιακή ηδονή, σαν ακαταμάχητη έλξη της ύλης και του αντικειμένου, και η έμμονη εκφραστική παρόρμηση είναι μεν συστατικές και απαραμείωτες προϋποθέσεις της καλλιτεχνικής δραστηριότητας, όμως για να έχει αυτή το επιζητούμενο, ιδιαζόντως καλλιτεχνικό αποτέλεσμα πρέπει την ίδια στιγμή να παραιτείται από κάθε πρακτική βλέψη, από κάθε στάθμιση και αναμονή αποτελέσματος: αυτό είναι ίσως το μεγαλύτερο παράδοξο της τέχνης (κι εκείνο που μαρτυρεί ευγλωττότερα τον δεσμό της με εκστατικές ή με διαλογιστικές πρακτικές προερχόμενες από την ευρύτερα εννοούμενη θρησκευτική σφαίρα). Στο πλαίσιο των συμβολικών αναπαραστάσεων του σινοϊαπωνικού πολιτισμού, και στο ειδικό συμφραζόμενο των παραπάνω ορισμών, αυτό θα μπορούσε να εκφραστεί και με έναν άλλον τρόπο. Τα δύο πρώτα συστατικά που μας δίνει ο συγγραφέας ––η «ερωτικότητα» της γκέισας και η «ανδρεία» του σαμουράι–– εκφράζουν ένα πρόδηλο σεξουαλικό δίπολο, θηλυκό-αρσενικό, κατά το σινικό κοσμολογικό πρότυπο του γιν-γιανγκ. Ως υπέρτατο αισθητικό ιδεώδες, το ίκι εκφράζει μια τέλεια εξισορρόπηση των αρσενικών και των θηλυκών συστατικών στοιχείων, σε όλα τα επίπεδα ορισμού τους· μια πλήρης εξισορρόπηση όμως σημαίνει εξουδετέρωση, και αφού κανένα στοιχείο δεν υπερέχει πλέον η σύζευξή τους συνιστά μια κλειστή και αυτάρκη δομή. Είναι η ιδιάζουσα αυτάρκεια του έργου τέχνης ––ο «μοναδολογικός» του χαρακτήρας, όπως μας υπενθύμιζε ο Adorno–– στην οποία αυτό χρωστάει τόσο την καθαυτό αισθητική του αξία όσο και την απόσπασή του από τον κόσμο των πρακτικών επιδιώξεων. Και το ίδιο ισχύει, τηρουμένων των αναλογιών, για κάθε αισθητικά αρτιωμένη πράξη. Η «παραίτηση» του βουδιστή μοναχού είναι με αυτή την έννοια η συμπληρωματική όψη της ολοκλήρωσης – όχι άρνηση του φύλου αλλ’ αμοιβαία εξισορρόπηση και αλληλοεξουδετέρωση μέσ’ από τη μέγιστη δυνατή έκφραση, μέχρι σημείου πλησμονής, του σεξουαλικού διπόλου.



ΑΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ιαπωνική φιλοσοφία των καλών τεχνών, μανιφέστο της θα πρέπει να θεωρείται το βιβλίο του Σινίτσι Χισαμάτσου, Το Ζεν και οι Καλές Τέχνες.3 Μαθητής τού Κιτάρο Νισίντα, ο Σινίτσι Χισαμάτσου (1889-1980) δίδαξε φιλοσοφία της θρησκείας και Βουδισμό στο Πανεπιστήμιο του Κυότο, παράλληλα με την άσκησή του στο Ζεν και την ειδίκευσή του στις καλές τέχνες. Το 1957 δέχθηκε μια θέση επισκέπτη καθηγητή σε θέματα Ζεν πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, και το 1958 περιόδευσε στην Ευρώπη, στη Μέση Ανατολή, στο Ιράν και στην Ινδία δίνοντας διαλέξεις για την τέχνη τού Ζεν σε πανεπιστήμια και μουσεία. Υπήρξε ιδρυτής αρκετών εταιρειών για την άσκηση του Ζεν και για τη διατήρηση της Τελετουργίας του Τσαγιού, ενώ το σύνολο του έργου του έχει εκδοθεί σε οκτώ τόμους. Το βιβλίο που μας ενδιαφέρει εδώ συνιστά επανεπεξεργασμένη και διευρυμένη μορφή παλαιότερου έργου του, αποκλειστικά στα ιαπωνικά, γραμμένου το 1957.

Ακριβέστερα, το βιβλίο του Χισαμάτσου προτίθεται να ερμηνεύσει το «πνεύμα» του Ζεν όπως αποτυπώνεται σε μια σειρά παραδοσιακών ιαπωνικών τεχνών: στην ποίηση, στη ζωγραφική, στην καλλιγραφία, στην αρχιτεκτονική των κήπων, στην ανθοδετική, στην κατασκευή κεραμικών, οικιακών σκευών και εργαλείων, και στο θέατρο Νο. Η έκδοση ––ακριβή και δυσεύρετη σήμερα–– συνοδεύεται από 276 ενδεικτικές φωτογραφίες, τις οποίες ο συγγραφέας σχολιάζει αποσαφηνίζοντας τα χαρακτηριστικά που αναλύει θεωρητικά στο πρώτο μέρος του βιβλίου. Υπάρχει βεβαίως στην Ιαπωνία λαϊκή τέχνη προγενέστερη της εισαγωγής του Ζεν Βουδισμού, η οποία συνέχισε να ανθεί ανεξάρτητα από την επιρροή του, όπως υπάρχει και παραδοσιακή θρησκεία, το Σίντο, η οποία είναι πολύ πιο χαρακτηριστική του αυτόχθονου υποστρώματος της χώρας· το Ζεν ωστόσο διαπότισε σε τέτοιο βαθμό από μία στιγμή και μετά τη ιαπωνική βιοθεωρία, την τέχνη και τον υλικό πολιτισμό, ώστε δεν υπάρχει έντεχνη παραγωγή ή άξιο λόγου διανοητικό ρεύμα που να μη φέρει ευδιάκριτα τη σφραγίδα του. Να κατανοήσουμε το «πνεύμα» του Ζεν σημαίνει λοιπόν να κατανοήσουμε τα πιο ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της ιαπωνικής τέχνης – και ίσως, πέραν αυτού, κάποιες γενετικές δυνάμεις του πεδίου που ονομάζουμε «τέχνη».

Διότι το Ζεν είναι ήδη, με κάποια έννοια, εξαρχής τέχνη. Ο όρος «θρησκεία» ταιριάζει πολύ λιγότερο για να περιγράψει αυτή την ιδιαίτερη παράδοση του Βουδισμού στην οποία η πίστη, με οιαδήποτε έννοια, έχει εκμηδενιστεί πλήρως χάριν της καθαρής, κενής αυτοεπίγνωσης που επιτυγχάνεται ––και δοκιμάζεται–– σε δραστηριότητες χωρίς περαιτέρω σκοπιμότητα, επικεντρωμένες πάντα στο παρόν και στο συγκεκριμένο. Η παράδοση αυτή ήρθε στην Ιαπωνία κατά την περίοδο Καμακούρα (1192-1333) από την Κίνα, και ο όρος ζεν είναι η ιαπωνική απόδοση του κινεζικού τσ’αν. Γενάρχης του θεωρείται ο Μποντιντάρμα, ένας από τους μεγαλύτερους αποστόλους του Βουδισμού, ο οποίος το 520 μ.Χ επί δυναστείας των Λιάνγκ έφερε από την Ινδία στην Κίνα τη βουδιστική διδασκαλία της Μαχαγιάνα («Μεγάλο όχημα», η παράδοση του λεγόμενου βόρειου Βουδισμού). Εδώ ακριβώς, στην Κίνα, και υπό την επιρροή των αυτόχθονων παραδόσεων του Κομφουκιανισμού και ιδίως του Ταοϊσμού, διαμορφώθηκε η ιδιάζουσα εκδοχή του Τσ’αν που διαφέρει πολύ από τις παραδοσιακές βουδιστικές σχολές.4 Εδώ έλαβε επίσης τα ιδιαζόντως αισθητικά χαρακτηριστικά της.

Η ιδεογραμματική σινική γραφή ––από την οποία προήλθε άλλωστε και η ιαπωνική–– πρέπει να έπαιξε κάποιον ρόλο σε αυτό. Σε αντίθεση με τους άρειους πολιτισμούς της Ινδίας και της Ελλάδας, ο Λόγος εδώ δεν απέκτησε ποτέ τον άυλο εκείνο χαρακτήρα που έγινε μετέπειτα έρεισμα για κάθε λογής μεταφυσικές πλάνες. Η λέξη παρέμεινε δεσμευμένη στην υλική, αισθητηριακή παράσταση που είναι το μιμητικό ίχνος του ίδιου τού πράγματος, και οι απόπειρες για αφαίρεση δεν μπορούσαν να κινηθούν πέρ’ από την ακτίνα που επιτρέπει η ίδια η μεταφορική αλυσίδα. Η σκέψη έμεινε έτσι υλιστική και εμπράγματη, εχθρική προς την ακατάσχετη θεωρητικολογία και προσεκτική απέναντι στους πολύπλοκους δεσμούς και τις λεπτές αντιστοιχίες των πραγμάτων. Η ποίηση δεν αποχωρίστηκε ποτέ πλήρως από τη ζωγραφική, στρέφοντας επίμονα κατά κάποιον τρόπο τη σκέψη προς την κοινή τελεστική τους αφετηρία, ενώ η ίδια η σκέψη κατανοήθηκε ως δράση, μέσα στις άμεσες σωματικές της συνάφειες. Κατ’ επέκτασιν, ο κύκλος της Τέχνης (ως «ελεύθερης» πολιτισμικής δημιουργίας) και της Φύσης (ως προαιώνιας ρυθμικής ανακύκλισης των πραγμάτων) παρέμεινε αρραγής μέσα στη συμπαντική εμμένεια, όπου δεν υπήρχε χώρος για οιαδήποτε υπερβατική κατασκευή. Αυτή η οπτική της καθολικής εμμένειας αποτυπώθηκε καθαρότερα στη μεγάλη αυτόχθονη παράδοση του κινεζικού Ταοϊσμού, και από εκεί ενσταλάχθηκε προφανώς στην κινεζική ερμηνεία του Βουδισμού.

Η πλαστική του πηλού και του χαλκού, η μικροτεχνία, η ζωγραφική με λάκκα και με μελάνι, η καλλιγραφία και μια συγκινησιακά καίρια εικονιστική ποίηση ήταν τέχνες που καλλιεργήθηκαν από πολύ νωρίς στην Κίνα. Το ίδιο και οι τελεστικές τέχνες που περιελάμβαναν αδιαχώριστα χορό, μουσική, παντομίμα και ακροβατικά (τον απόγονό τους βλέπουμε ακόμα σήμερα, σχεδόν αναλλοίωτο, στην «Όπερα του Πεκίνου»· από εδώ πήγασαν άλλωστε και οι περίφημες σινικές «πολεμικές τέχνες»). Η βαθιά αλληλοδιείδυση Φύσης και Τέχνης, η εμμονή στις ρυθμικές εναλλαγές και στις σταθερές αντιστοιχίες, η παράδοξη ιδέα ότι όσο πιο βασανιστικά περίτεχνο είναι ένα πράγμα τόσο αυθεντικότερα εκφράζει την πρωταρχική του φύση, το αξίωμα ότι η ζωγραφική είναι ποίηση με ορατά σχήματα και η ποίηση ζωγραφική με αόρατα σχήματα, διαπότισαν σε βάθος τον σινικό πολιτισμό από τα πρώτα του βήματα δίνοντάς του αυτό τον ιδιαζόντως «αισθητικό» ––στα δικά μας μάτια–– χαρακτήρα.5 Ο Βουδισμός Τσ’αν όχι μόνο οικειοποιήθηκε τις υπάρχουσες καλλιτεχνικές παραδόσεις αλλά και τους έδωσε μία πρόσθετη ώθηση ––για παράδειγμα, την ποίηση, τη ζωγραφική με μελάνι και την καλλιγραφία–– καθιστώντας τες όχημα για ενεργητικό διαλογισμό και για την έκφραση ακαριαίων πνευματικών ενοράσεων. Ως ιδιαζόντως βουδιστικές τέχνες, πλέον, πέρασαν μαζί του στην Κορέα και στην Ιαπωνία.



Η ποίηση είναι το κλασικότερο παράδειγμα. Η πρώιμη φιλολογία Τσ’αν είναι γραμμένη σε μορφή στίχων, τους λεγόμενους γκε ή τζου. Μερικές φορές είχαν μέτρο, με συμβατική ομοιοκαταληξία και τονισμούς, μερικές φορές δεν υπάκουαν σε καμία κανονικότητα. Γενικά ευνοούσαν τη χρήση συγκεκριμένων και άμεσων εικόνων, με κυριολεκτικό είτε μεταφορικό χαρακτήρα, αντί την αναλυτική ή θεωρητική πραγμάτευση. Οι έμμετροι διάλογοι της παράδοσης Τσ’αν, φερ’ ειπείν, οδήγησαν σε ένα μοναδικό ποιητικό ύφος που έγινε το προσφορότερο όχημα μετάδοσης του ντάρμα από δάσκαλο σε μαθητή (σε αυτό το πλαίσιο άνθισε αργότερα, στην Ιαπωνία, η παραδοξολογική φιλολογία του κοάν). Πρώτος μεγάλος διδάξας ήταν ο Χούι Νενγκ (638-713), ο πασίγνωστος Έκτος Πατριάρχης του Τσ’αν. Στην Κίνα οι στίχοι αυτοί έχουν συγκεντρωθεί σε συλλογές όπως το Τσ’αν-τσουνγκ σουνγκ-κου («Το Περιδέραιο με τα Μαργαριτάρια») και το Τσιάνγκ-χου φενγκ-γιουέ («Ο Άνεμος και η Σελήνη στον Ποταμό»)· στην Ιαπωνία, στο Γιούχεν Γιόουα-ρουίτζου Σο-ον Ρενπό Σου («Δεύτερη Ανθολογία από τη συλλογή Γιόουα των Ευωδιών από τον Κήπο των Πατριαρχών») και στο λεγόμενο «Φιλολογικό Απάνθισμα των Πέντε Βουνών», ποίηση και πρόζα γραμμένη από Ζεν μοναχούς κατά την περίοδο Μουρομάχι. Υπάρχουν επίσης άφθονες καταγραφές των λόγων σημαντικών δασκάλων από τους μαθητές τους (οι οποίες στην Κίνα ονομάστηκαν γιου-λου και στην Ιαπωνία γκερόκου).

Στην Ιαπωνία η μεγάλη άνθιση των τεχνών του Ζεν γίνεται στον δέκατο πέμπτο, δέκατο έκτο και δέκατο έβδομο αιώνα. Στο τέλος αυτής της περιόδου εμφανίζεται ο μεγάλος ποιητής Μάτσουο Μπασό, του οποίου το όνομα συνδέεται με το μοντέρνο είδους του χαϊκού, της πιο αντιπροσωπευτικής ποιητικής φόρμας του Ζεν.6 Νωρίτερα, υπό την επιρροή του Ζεν είχαν αναπτυχθεί η αλυσιδωτή (δηλαδή διαλογική) ποιητική μορφή ρένγκα και η σατιρική εκδοχή της, το χάι-κάι, καθώς και η επιβλητική δραματουργία Νο. Στο πεδίο της ζωγραφικής εμφανίστηκαν επίσης διάδοχοι των μεγάλων κινέζων ζωγράφων Τσ’αν όπως ο Μόκουαν, ο Κάο, ο Σοάμι, ο Νίτεν, ο Χάκουιν, ενώ στην καλλιγραφία επιδόθηκαν Ζεν μοναχοί όπως ο Ντόγκεν, ο Ντάιτο, ο Σοσέκι, ο Σίρεν, κ.ά. Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι η ιαπωνική άνθιση των τεχνών του Ζεν ακολούθησε τις γραμμές και την πολυμέρεια των κινέζων προκατόχων τους, όμως ειδικά εδώ έτειναν να συνδεθούν περισσότερο μεταξύ τους και να συνδυαστούν προκειμένου να σχηματίσουν σύνθετα και ολοκληρωμένα μορφικά σύνολα.

Ένας άλλος παράγοντας πρέπει να έπαιξε αποφασιστικό ρόλο σε αυτό. Στην Κίνα η κύρια τάση ήταν προς το μοναστικό Τσ’αν· στην Ιαπωνία, αντίθετα, το Ζεν έγινε περισσότερο υπόθεση των λαϊκών παρά των μοναχών και των μοναστηριών. Ερμηνεύθηκε εξαρχής πολύ λιγότερο σαν θρησκευτική οδός ή πειθαρχία απ’ ό,τι σαν γενικό ύφος και τρόπος ζωής. Γίνεται φανερό από την ποσότητα του διαποτισμένου από το Ζεν υλικού πολιτισμού της Ιαπωνίας, ο οποίος βεβαίως συνίσταται σε αντικείμενα που δημιούργησαν κατά πρώτον λόγο λαϊκοί. Οπωσδήποτε και η μοναστική Ζεν δημιουργία δεν είναι μικρή, αλλά εν συγκρίσει με αυτήν οι πολιτισμικές εκφράσεις που δημιουργήθηκαν από λαϊκούς έχουν απαράμιλλο εύρος και ποιότητα: θεατρικές παραστάσεις Νο, μουσική Νο, χαϊκού και χάι-κάι, τέχνη της ξιφομαχίας, ικεμπάνα (ανθοδετική), αρχιτεκτονική και διακόσμηση των κήπων – και πάνω απ’ όλα, βέβαια, ο λεγόμενος «δρόμος του τσαγιού». Ο Σινίτσι Χισαμάτσου λέει τα εξής γι’ αυτή τη μοναδικά ιαπωνική παράδοση:

Μολονότι αυτό που είναι σήμερα γνωστό ως τελετουργία του τσαγιού συνιστά έκπτωση σε μιαν απλή κοινωνική συμβατικότητα χωρίς ιδιαίτερη πολιτισμική αξία, η Τέχνη του Τσαγιού που επικράτησε από τα τέλη της περιόδου Μουρομάχι και μέσω της περιόδου Μομογιάμα ως τις αρχές της περιόδου Έντο, είναι εξαιρετικά σημαντική και όχι μόνο σαν μια καινούργια πολιτισμική έκφραση του Ζεν: […] από τη μία πλευρά εγκολπώθηκε και συντήρησε μεγάλο μέρος του προϋπάρχοντος Ζεν πολιτισμού, από την άλλη γέννησε έναν νέο τύπο «απαρτιωμένης» έκφρασης του Ζεν. […] Ζεν αισθητικό ιδεώδες του Δρόμου τού Τσαγιού ήταν το ουάμπι, όρος ο οποίος δηλώνει την πενία που υπερβαίνει όλα τα πλούτη. Σύμφωνα με αυτό το ιδεώδες, που ισχύει την ίδια στιγμή ως δημιουργική και ως αυτοεκφραστική αρχή, ο Δρόμος του Τσαγιού μορφοποιήθηκε και με τη σειρά του διαμόρφωσε έναν ολόκληρο τρόπο ζωής ο οποίος ήταν σε θέση να ορίζει (κονόμου) τα ίδια του τα μέσα. Το ιαπωνικό ρήμα κονόμου, ως τεχνικός όρος που χρησιμοποιείται συχνά στον Δρόμο του Τσαγιού, σημαίνει να εκτιμάς, να επιλέγεις, και ακόμη να δημιουργείς σύμφωνα με το Ζεν ιδεώδες του ουάμπι. Κατ’ αυτή την έννοια, ο Δρόμος του Τσαγιού δεν είναι ούτε απλώς μία τέχνη ούτε μια ειδική πολιτισμική μορφή, αλλά ένας ολοκληρωμένος τρόπος ζωής που έχει ως βάση του το Ζεν. […] Έτσι, ο Δρόμος του Τσαγιού περιλαμβάνει θρησκεία, φιλοσοφία, ηθική, τέχνη, τρόπους, ενδυμασία, τροφή και αρχιτεκτονική – και το σπουδαιότερο, όλ’ αυτά επιλεγμένα σύμφωνα μ’ ένα Ζεν ιδεώδες. Με άλλα λόγια, το Τσάι είναι μια παλλαϊκή έκφραση του Ζεν. Αυτή η πολιτισμική έκφραση είναι αρκετά φυσική στη γένεσή της, και ως προς τις συνέπειές της μπορεί να ειπωθεί χωρίς υπερβολή ότι συνιστά δημιουργική απαρτίωση της ολότητας του πολιτισμού Ζεν σε ένα συστηματικό και αδιάσπαστο όλον.

Βασισμένος στο Ζεν ιδεώδες του ουάμπι, ο Δρόμος του Τσαγιού επέλεξε, χρησιμοποίησε και ανέβασε σε υψηλή εκτίμηση πρόσφορα αντικείμενα από την Κίνα, την Κορέα και τη Νότιο Ασία. Ανάμεσά τους εκτεταμένες συλλογές Ζεν εικονογραφίας και καλλιγραφίας, καθώς και αντικείμενα όπως κούπες του τσαγιού, μικρά κουτιά του τσαγιού, ανθοδοχεία, βαζάκια και κουτιά αρωμάτων, πολλά από τα οποία διασώθηκαν μέχρι τις ημέρες μας. Πολλά απ’ αυτά δεν είχαν εκτιμηθεί αναλόγως, ή δεν είχαν καν προσεχθεί, στις χώρες της καταγωγής τους – π.Χ. στην Κίνα ή στην Κορέα. […] Και πέραν αυτού, η μοναδική πολιτισμική έκφραση […] που δημιουργήθηκε εξαρχής μέσω αυτού του ιδεώδους, του ουάμπι, περιέλαβε πολλά είδη και μορφές που είναι όντως μοναδικές πολιτισμικές δημιουργίες της Ανατολής […]: αρχιτεκτονική των δωματίων τσαγιού και των κήπων· κεραμικά σκεύη […]· εργαλεία από ξύλο ή από μπαμπού όπως κουταλάκια, ανθοδοχεία μπαμπού, κουτάκια τσαγιού, ράφια· μεταλλικά σκεύη όπως χύτρες, φουφούδες κάρβουνου, πυροστάτες, ανθοδοχεία· διάφορα είδη συρταριών για τα ρούχα και κρεμαστών κυλίνδρων. […] Το Τσάι, λοιπόν, δεν είναι κάτι που ανήκει στα μοναστήρια Ζεν ή στους μοναχούς Ζεν, αλλά είναι μάλλον υπόθεση του λαού, των καθημερινών ανθρώπων. Επιπλέον, είναι απαρτιωτικό και οργανικό. Από αυτή την άποψη είναι μοναδικά ιαπωνικό, ωστόσο κάνει θεμελιώδεις οικουμενικές νύξεις αναφορικά με τα ιδεώδη του πολιτισμού (σελ. 25-7).

Ιδιαίτερη σημασία έχει αυτή η τελευταία παρατήρηση του καθηγητή Χισαμάτσου, για λόγους που θα φανούν σε λίγο. Επείγει να δούμε ωστόσο πώς ερμηνεύει κεντρικά την αισθητική του Ζεν. Τεράστιας σημασίας επ’ αυτού είναι η προκαταρκτική του διευκρίνιση: «Σε τέτοιες ζωτικές επεξεργασίες του Ζεν, πιστεύω ότι εμπεριέχεται κάτι όχι απλώς καλλιτεχνικό αλλά κάτι επίσης πέρ’ από την τέχνη, κάτι το οποίο η τέχνη πρέπει να στοχεύει ως έσχατο σκοπό της. Πέρ’ από αυτή τη συγκεκριμένη, έκδηλη όψη το Ζεν έχει επίσης μια πλευρά που είναι προγενέστερη της μορφής […] Αυτή η “προγενέστερη της μορφής” ποιότητα είναι πολύ πιο θεμελιώδης από τις συγκεκριμένες εκφράσεις της Ζεν δραστηριότητας, διότι μόνο με την παρουσία της αποκτά νόημα η εν λόγω δραστηριότητα » (σελ. 12)· και πιο κάτω: «Νιώθω ότι υπάρχει εδώ κάτι που διαφέρει από τη συνηθισμένη τέχνη, κάτι το οποίο η τέχνη μπορεί να επιτύχει μόνο υπερβαίνοντας τον εαυτό της. Από τη σκοπιά του Ζεν, αυτό το “προγενέστερο της μορφής” φαινόμενο είναι η πιο θεμελιώδης τέχνη» (σελ. 13, υπογραμμίσεις δικές μου).

Το μυστικό της τέχνης του Ζεν είναι λοιπόν η διαρκής παραπομπή τής μορφής στο άμορφο – ή, που είναι το ίδια με άλλα λόγια, η διαρκής, ενδόμυχη ροπή της τέχνης έξω από τα όρια του εαυτού της προς ό,τι δεν είναι το ίδιο «τέχνη». Μια διαλεκτική αισθητική, λοιπόν; Στην πραγματικότητα, οι διατυπώσεις του καθηγητή Χισαμάτσου μοιάζουν να έχουν συλλάβει την ίδια τη θεμελιώδη αμφισημία της μορφής, και ως εκ τούτου το καταγωγικό διφορούμενο όλης της τέχνης – το ίδιο εκείνο διφορούμενο που σε άλλα συμφραζόμενα μας εμφανίστηκε ως παθολογία του «αισθητισμού»: όσο η τέχνη προσποιείται μιαν απόλυτη αυταρκεια, μια κατηγορηματική σύμπτωση με τη μορφή της, γίνεται νεκρό πράγμα και καθαρή ανταλλακτική αξία. Η τέχνη αντλεί την πιο ιδιάζουσα δύναμή της μέσ’ από την ένταση που γεννά ανάμεσα στη μορφή και το περιεχόμενο – και το ερώτημα του περιεχομένου είναι το ερώτημα της έκφρασης: ποιος ή τί εκφράζεται μέσ’ από την τέχνη. Σχολιάζοντας τη γραμματολογική παράδοση του Ζεν, ο καθηγητής Χισαμάτσου γράφει: «Εκείνο που έχει τη μεγαλύτερη σημασία σε αυτή τη γραμματεία δεν είναι τόσο το ότι δίνει αντικειμενική έκφραση στο Ζεν, όσο το ότι το Ζεν είναι παρόν σαν αυτοεκφραστικό, δημιουργικό υποκείμενο. Με άλλα λόγια, εκείνο που εκφράζει τον εαυτό του κι εκείνο το οποίο εκφράζεται είναι ταυτόσημα» (σελ. 16). Ομοίως και στην εικονογραφία: «Αυτό που ζωγραφίζει είναι εκείνο το οποίο ζωγραφίζεται. Εκείνο το οποίο ζωγραφίζεται δεν είναι με κανέναν τρόπο εξωτερικό προς αυτό που ζωγραφίζει: μέσω εκείνου το οποίο ζωγραφίζεται, αυτό που ζωγραφίζει εκφράζει τον εαυτό του ως αυτοεκφραζόμενο υποκείμενο. Με αυτή την έννοια, το Ζεν δεν είναι ούτε ρεαλιστικό ούτε ιμπρεσιονιστικό, αλλά μάλλον “εξπρεσιονιστικό”» (σελ. 19).

Ο όρος «εξπρεσιονιστικό» εδώ ίσως δεν συμπίπτει ακριβώς με ό,τι δηλώνει τεχνοτροπικά ο όρος στη Δύση, όμως ο συγγραφέας τον χρησιμοποιεί για να δώσει έμφαση στο δυναμικό στοιχείο της έκφρασης, έναντι της αντικειμενοποιημένης μορφής, σε αυτό το είδος τέχνης. «Το Ένα εκφράζεται στα πολλά και το άμορφο στη μορφή» (σελ. 21), θα γράψει επίσης. Ποιο είναι όμως αυτό το «Ένα» που εκφράζεται (το οποιο είδαμε παραπάνω να ταυτίζεται με το Ζεν) και θα μπορούσαμε δικαίως να το εκλάβουμε ως υποκείμενο της τέχνης; Και πρώτα πρώτα, είναι αυτό ένα ανθρώπινο υποκείμενο, ο ίδιος ο ατομικός δημιουργός; Ο Σινίτσι Χισαμάτσου εξετάζει αυτό το ζήτημα κάνοντας μια ενδιαφέρουσα παρέκβαση στην ανάλυση της συνείδησης. Η υποκειμενικότητα είναι πρωτίστως αυτοσυνείδηση, και η αυτοσυνείδηση είναι το ακριβές ανάλογο της έκφρασης: «Η αυτοσυνείδηση είναι αυτό που ποτέ δεν γίνεται αντικείμενο, αλλά πάντα και σε όλες τις περιστάσεις παραμένει το υποκείμενο […] Όταν κάποιος προσπαθεί να αντικειμενοποιήσει τον εαυτό του, ο αντικειμενοποιημένος “εαυτός” δεν είναι πλεόν ο αληθινός εαυτός του, αλλά μια σκιά […] Η αληθινή συνείδηση, αντίστοιχα, δεν είναι τα ποικίλα διαφοροποιήσιμα νοητικά φαινόμενα, αλλά ο εαυτός που αψηφά και διαφεύγει κάθε ορισμό και κάθε αντικειμενοποίηση. Αυτή τη συνείδηση μπορούμε να την αποκαλούμε καθαρή συνείδηση» (σελ. 46). Οι διατυπώσεις αυτές μας θυμίζουν εντυπωσιακά τη φαινομενολογική ανάλυση του εαυτού που χρωστάμε στον Sartre και στο προπολεμικό του βιβλίο Η υπέρβαση του Εγώ.7 Η διάκριση εκεί ανάμεσα στις δύο έννοιες του «εαυτού», je και moi, ήθελε να προβληματοποιήσει αυτό ακριβώς το σχίσμα ανάμεσα στην ελεύθερα αυτοπροσδιοριζόμενη συνείδηση και στην αντικειμενοποιημένη μου αυτοεικόνα που πηγάζει από την εσωτερίκευση του βλέμματος των άλλων. Ο Σ. Χισαμάτσου όμως επισημαίνει ένα δεύτερο επίπεδο περιορισμών, που δεν ήταν ορατό στην ανάλυση του Sartre – το πρόβλημα της ίδιας της ατομικότητας, ως ψευδαίσθησης και εμποδίου. Γράφει: «Η αυτοσυνείδηση, που αφεαυτής είναι δίχως μορφή, δίχως ορισμό, παρ’ όλη την αμορφία της διαχωρίζεται από κάθε άλλη αυτοσυνείδηση ακριβώς από το ότι συνιστά έναν εαυτό. Έτσι, ακόμη και σε ό,τι αφορά την αυτοσυνείδηση, προκύπτει διαφοροποίηση. Και όπου υπάρχει διαφοροποίηση, υπάρχει επίσης μορφή και αντικειμενοποίηση […] Αλλά η αμορφία του Ζεν δεν αναφέρεται ούτε καν στην αμορφία της αυτοσυνείδησης. Διότι ενώ γι’ αυτή την αυτοσυνείδηση μπορεί επίσης να ειπωθεί πως έχει μορφή, η αυτοσυνείδηση του Ζεν είναι απολύτως άμορφη». (σελ. 47). Επιστρατεύει, εν τέλει, τον όρο «αυτοεπίγνωση» για να περιγράψει εκείνη τη μη-εαυτική κατάσταση συνείδησης που είναι το έσχατο ζητούμενο όλων των διαλογιστικών ασκήσεων του Ζεν: «Στην αυτοεπίγνωση δεν υπάρχει ούτε εαυτός ούτε άλλοι. Αυτή την αυτοεπίγνωση είναι που το Ζεν ονομάζει Αφύπνιση ή σατόρι. Σατόρι σημαίνει αφύπνιση στον Άμορφο Εαυτό – δηλαδή στην πρωταρχική μας ύπαρξη» (σελ. 49).



Ο Άμορφος Εαυτός εκφράζει τη βουδιστική αρχή της σουνυάτα («κενότητα»). Είναι μια απολύτως πρωτογενής κατάσταση της εμπειρίας, προγενέστερη όλων των διακρίσεων υποκειμένου-αντικειμένου, η οποία συμπίπτει με τη διαρκή ροή των καταστάσεων και των φαινομένων πριν αυτά σταθεροποιηθούν σε συγκεκριμένα περιγράμματα, και πριν αποκρυσταλλωθεί εκείνη η ειδική συνειδησιακή οπτική γωνία που τα παγιώνει ως τέτοια. Με όρους της δυτικής φιλοσοφίας θυμίζει όντως το χουσερλιανό βίωμα (Erlebnis) ή το συνειδησιακό ρεύμα (Stream of Conciousness) του William James· για τον Βουδισμό πάντως, και ειδικά για την παράδοση Ζεν, είναι η εμπειρία της οποίας η επίτευξη στοχεύεται άμεσα, εδώ και τώρα, μέσ’ απ’ όλες τις τεχνικές που χρησιμοποιεί ο ασκούμενος. Οι όροι ζεν ή τσ’αν (ιαπωνική και κινεζική μετάφραση του σανσκριτικού dhyana: «διαλογισμός») εκφράζουν ταυτόχρονα την εμπειρία αυτή και τα μέσα επίτευξης της. Τώρα αρχίζει να γίνεται κάπως κατανοητό τί εννούσε ο συγγραφέας λέγοντας ότι το ίδιο το Ζεν είναι εκείνο που εκφράζεται στη συγκεκριμένη τέχνη: «Είναι πάντα ο Άμορφος Εαυτός εκείνος που συνιστά το δημιουργικό υποκείμενο το οποίο εκφράζει τον εαυτό του. Έτσι, το ζήτημα δεν είναι πόσο επιδέξια μπορεί κάτι να απεικονιστεί ρεαλιστικά ή ιμπρεσιονιστικά… Είναι μάλλον το πόσο ελεύθερα, ως αυτοεκφραζόμενο δημιουργικό υποκείμενο, ο Άμορφος Εαυτός εκφράζει τον εαυτό του» (σελ. 19).

Αν η θέση αυτή έχει γίνει κατανοητή, βλέπουμε πώς η διδασκαλία του Ζεν μεταφράζεται αβίαστα σε τεχνοτροπική αρχή. Πρακτικά, αυτό σημαίνει απελευθέρωση από εκμαθημένους κανόνες και φορμαλισμούς, στιγμιαία σύλληψη της ενότητας ανάμεσα στη συνείδηση και το πράγμα. Αυτό επίσης σημαίνει ότι το υποκείμενο της τέχνης δεν είναι ο ατομικός δημιουργός αλλά το ίδιο το «πνεύμα του πράγματος» όπως αναδύεται στο διαυγές αντικαθρέφτισμα μιας κενής συνείδησης (και είναι μεγάλος ο πειρασμός να θυμηθούμε πάλι εδώ τον Adorno: «Μέσα στο έργο τέχνης το υποκείμενο δεν είναι ούτε παρατηρητής ούτε δημιουργός ούτε απόλυτο πνεύμα, αλλά μάλλον το πνεύμα που συνδέεται με το πράγμα, είναι προδιαμορφωμένο από αυτό και με τη σειρά του διαμεσολαβείται από το αντικείμενο»). Η απόλυτη διάφανεια της γλώσσας στην ποίηση Ζεν, η ενεργή συνομιλία κενού και μορφής στις απεικονίσεις, η επιλογή απλών, φυσικών υλικών και η αποφυγή της κανονικότητας και της συμμετρίας στις κατασκευές, οι ανοιμοιόμορφες πέτρες οι μισοχωμένες στο έδαφος και η κατανομή της βλάστησης με τρόπο που μοιάζει σαν να μην έχει αγγιχτεί από ανθρώπινο χέρι στους κήπους, όλα μαρτυρούν έναν τέτοιο βαθμό συγχώνευσης φύσης και τέχνης που παραπέμπει στο αρχέγονο καθεστώς πριν από τον διαχωρισμό τους: μια νοσταλγική, παραδείσια κατάσταση των πραγμάτων πριν τα βεβηλώσει η εργαλειακή βία του πολιτισμού.




Ο ΣΙΝΙΤΣΙ ΧΙΣΑΜΑΤΣΟΥ προχωρεί στην κωδικοποίηση επτά γενικών χαρακτηριστικών της τέχνης του Ζεν. Τα παραθέτουμε χωρίς περαιτέρω σχολιασμό, διότι το νόημά τους έχει ήδη αποσαφηνιστεί, πιστεύω: Ασυμμετρία, Απλότητα, Αυστηρή ευγένεια ή Αγέρωχη λιτότητα, Φυσικότητα, Λεπτή βαθύτητα ή Βαθιά λεπτότητα, Ελευθερία από (κάθε) προσκόλληση, και Γαλήνη. Εκείνο που προέχει να καταλάβουμε τώρα, είναι μάλλον η διάχυσή τους έξω από το αυστηρά καλλιτεχνικό πεδίο, σε επίπεδο μορφών και τρόπων ζωής. Υπάρχει μια αξιοπαρατήρηση αμφίδρομη σχέση ως προς αυτό στην καλλιτεχνική παράδοση του Ζεν: εκείνα που έγιναν εντέλει τεχνοτροπικές οδηγίες ήταν προηγουμένως βιοτικοί κανόνες για τον άνθρωπο που αναζητούσε την απόσπαση από τις εγκόσμιες προσκολλήσεις και τη συνειδησιακή αφύπνιση· και αφότου αποκρυσταλλώθηκαν σε καλλιτεχνικό ύφος, υιοθετήθηκαν από ένα ευρύτερο κοινό σαν νοοτροπία και πνεύμα με πολλές εφαρμογές στην καθημερινό βίο. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι η πρώτη μετατόπιση έγινε κυρίως στην Κίνα, ενώ η δεύτερη κυρίως στην Ιαπωνία: η τελετουργία του τσαγιού και η εφαρμογή του Ζεν στην τοξοβολία ή την ξιφομαχία είναι από τα πιο εντυπωσιακά παραδείγματα. Αν λέγαμε ότι το Ζεν στην Ιαπωνία αισθητικοποίησε κάποιες κατ’ αρχάς μη καλλιτεχνικές δραστηριότητες, πρέπει ν’ αποσαφηνίσουμε ότι αυτή η «αισθητικοποίηση» δεν υποδηλώνει κάποια ειδικά τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά αλλά μάλλον κάτι που ορίζει καταστατικά την ίδια την αισθητική σφαίρα. Ο καθηγητής Σινίτσι το προσδιορίζει και πάλι καίρια με αυτά τα λόγια: «Δεν πρόκειται απλώς για τη λεγόμενη αποστασιοποίηση της συνήθους τέχνης· η αποστασιοποίηση του Ζεν είναι ελεύθερη σκοπιμότητας και συμφέροντος ακόμα και στην καθημερινή ζωή: είναι μια αποστασιοποιημένη καθημερινή ζωή, μία πρακτική ζωή παιχνιδιού, εν ολίγοις, μια ζωή-παιχνίδι. Εδώ έγκειται ο ρομαντισμός του Ζεν» (σελ. 17). Η παραπομπή στον Ρομαντισμό είναι ιστορικά ακριβής, και μεστή σημασίας. Συνοψίζοντας λοιπόν, θα λέγαμε ότι το ιδεώδες του Ζεν είναι η διάχυση από την καλλιτεχνική σφαίρα στο σύνολο της ζωής εκείνου που έχουμε συνηθίσει να θωρούμε ως ίδιον της καλλιτεχνικής σφαίρας (και το οποίο την αντιθέτει παραδοσιακά σε όλες τις άλλες δραστηριότητες του πολιτισμού): του ελεύθερου επιδιώξεων μιμητικού παιχνιδιού ανάμεσα στον άνθρωπο και τον κόσμο, που φέρει μαζί του την ουτοπία ενός άλλου, μη κατασταλτικού πολιτισμού. Αναμφίβολα εδώ έγκειται το μυστικό της έλξης που ασκεί στις ημέρες μας το Ζεν σε πρώην ριζοσπαστικά ακροατήρια της Δύσης.

Πώς έγινε όμως δυνατή μια τέτοια αντίληψη ειδικά στον σινοϊαπωνικό πολιτισμό; Χωρίς οπωσδήποτε να εξαντλούμε το ερώτημα, μπορούμε ίσως να εκτιμήσουμε κάποιες ιστορικές ιδιαιτερότητες. Η παραδοσιακή σινική κοσμοαντίληψη, στηριγμένη σε μεγάλο βαθμό στον παραστατικό χαρακτήρα της γραφής που κληρονόμησε, είδαμε ότι στάθηκε εχθρική προς κάθε δυιστικό σχίσμα «ύλης» και «πνεύματος», ή ––που είναι το ίδιο με άλλα λόγια–– Φύσης και Τέχνης. Η άρνηση όμως να διαρραγεί ο κύκλος Φύση-Τέχνη, σημαίνει επίσης μιαν απροθυμία για ριζικό διαχωρισμό τέχνης-ζωής. Δηλαδή η περίφημη αυτονομία της αισθητικής σφαίρας, που είδαμε πόσο πρόσφατο γεγονός ήταν στην ιστορία του ευρωπαϊκού πνεύματος, ποτέ δεν προχώρησε πέραν ενός ορισμένου σημείου εδώ και παρέμεινε ζωντανή η επίγνωση των αμφίδρομων συσχετισμών και των αλληλοεξαρτήσεων. Σε αντίθεση όμως με άλλους πρώιμους πολιτισμούς, όπου οι αλληλοεξαρτήσεις αυτές διατηρούνταν λόγω κυρίως της χαμηλής ανάπτυξης του τεχνικού πολιτισμού και του χαμηλού καταμερισμού της εργασίας, ο σινικός πολιτισμός ήταν ένας από τους πιο προηγμένους της εποχής του, τόσο σε επίπεδο τεχνολογίας όσο και σε επίπεδο πολιτικής οργάνωσης και κοινωνικής διαφοροποίησης. Η ένταση που δημιουργούσε η ίδια η ανάπτυξη ανάμεσα στον αισθητικό (μιμητικό) και τον εργαλειακό τρόπο δράσης έγινε συνεπώς αντικείμενο συνειδητού προβληματισμού, φιλοσοφικού και θρησκευτικού ––τα όρια μεταξύ των δύο είναι επίσης πιο δυσδιάκριτα εδώ από ό,τι σε οιονδήποτε άλλον ανεπτυγμένο πολιτισμό–– και επινοήθηκαν διάφορες στρατηγικές για τη διατήρηση ή ανάκτηση του δεσμού τους. Με τον πιο γενικό τρόπο, μπορούμε να πούμε ότι οι στρατηγικές αυτές ακολούθησαν δύο αντίστροφες κατευθύνσεις: είτε η ζωή να μιμείται την τέχνη, που είχε σαν συνέπεια έναν πνιγηρό φορμαλισμό και μιαν άκρα τελετουργικοποίηση του κοινωνικού και πολιτικού βίου (αρχή που αποτυπώθηκε κοσμοθεωρητικά στην παράδοση του Κομφουκιανισμού), είτε, αντιστρόφως, η τέχνη να μιμείται τη ζωή, που οδήγησε στην αναζήτηση αποδράσεων από την τελετουργική συμβατικότητα και την ανάδειξη της φυσικότητας και του αυθορμητισμού σε υπέρτατη αξία(που ήταν πρωτίστως ο δρόμος του Ταοϊσμού). Αμέσως διαγράφονται μπροστά μας, όπως βλέπουμε, τα δύο κυρίαρχα ––και αντίρροπα ή συμπληρωματικά–– ρεύματα του κλασικού σινικού πολιτισμού. Ο Βουδισμός, αφότου πολιτογραφήθηκε στην Κίνα, συνήργησε κυρίως με το δεύτερο ρεύμα, και την πιο ριζοσπαστική όξυνσή του έλαβε στην ιαπωνική εκδοχή του Ζεν.



Βλέπουμε λοιπόν ότι η αισθητική, η κοσμοαντίληψη και η πρακτική του Ζεν προϋποθέτουν τον αυστηρό τελετουργισμό και τις συμβατικότητες που χαρακτηρίζουν εν γένει τον σινοϊαπωνικό βίο, με όλες τις ψυχικές εντάσεις που δημιουργεί – αλλά κατά τρόπο αρνητικό, σαν εκείνο από το οποίο επιδιώκουν τη διαφυγή και του οποίου τις παθολογίες καλούνται να θεραπεύσουν. Μόνο έτσι έγινε δυνατή αυτή η ριζική έκφραση που τόσο μας εντυπωσιάζει στον υλικό πολιτισμό του Ζεν. Και αυτή εννοήθηκε και μεταφράστηκε σε δύο επάλληλα, και αλληλοπεριεχόμενα, επίπεδα: εντός του ίδιου του έργου, σαν το αξίωμα η μορφή να διαλέγεται με το μη μορφικό στοιχείο, να παραπέμπει έξω από τον εαυτό της, στο κενό και στο άμορφο· πέραν του έργου, στο αίτημα η τέχνη να διαχέεται μέσα στη ζωή και ο τρόπος τής καλλιτεχνικής πραγμάτωσης να γίνεται δράση προς επίτευξη μιας προσωπικής, βιωματικής και άμεσης εμπειρίας απελευθέρωσης.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Βλ. Ruth Benedict, The Chrysanthemum and the Sword (Meridian Books: Κλήβελαντ, Ντητρόιτ 1967 [1946]).

2. Για ένα πολύ συνοπτικό διάγραμμα της σύγχρονης ιαπωνικής φιλοσοφίας, των ποικίλων ρευμάτων της και των σημαντικότερων έργων, βλ. Steve Odin, λμ. «Japanese Philosophy» στο The Cambridge Dictionary of Philosophy, γεν. επιμ. Robert Audi (Cambridge University Press, 1995-9 [υπό έκδοσιν στα ελληνικά από τις εκδ. Κέδρος]).

3. Shin’ichi Hisamatsu, Zen and the Fine Arts, αγγλ. μετ. Gishin Tokiwa (Kodansha International LTD: Οτάουα & Νέα Υόρκη, 1971). Εκεί και τυχόν παραπομπές (απόδοση δική μου).

4. Για μια ιστορική επισκόπηση του σχηματισμού των παραδόσεων Τσ’αν και Ζεν, και για μιαν αποσαφήνιση των πνευματικών και αισθητικών τους γνωρισμάτων, βλ. το περιεκτικό βιβλίο του Alan W. Watts, Ο δρόμος του Ζεν, μετ. Μάριος Βερέττας (Ωρόρα: Αθήνα 1988).

5. Οι Κινέζοι απεχθάνονταν τις υπολογισμένες, συμμετρικές φόρμες και ζωγράφιζαν ελεύθερα, σχεδόν χορευτικά, με κυματιστές γραμμές και κομψές καμπύλες που σχεδόν έφερναν την κίνηση μέσα στην εικόνα. Λέγεται ότι στις σχολές ζωγραφικής πρώτα οι μαθητές διδάσκονταν ένα στερεότυπο εικαστικό λεξιλόγιο, έναν καθιερωμένο από την παράδοση και με μεγάλη λεπτότητα επεξεργασμένο εικονιστικό κώδικα, και μόνο τότε, όταν υποτίθεται πλέον ότι είχαν γίνει απόλυτα κύριοι της τεχνικής τους, ωθούνταν να βγουν έξω και να παρατηρήσουν τη φύση, έτσι ώστε ν’ αφομοιώσουν τον κραδασμό της και να τον περάσουν μέσα στη δημιουργία τους. Ως προς το τί χαρακτήρα είχε αυτή η διδασκαλία και πώς ήταν οι κώδικές της, μπορεί να δει κάποιος το εγχειρίδιο του ογδόου αιώνα γραμμένο από τον μεγάλο δάσκαλο Wang Wei, Κείμενα περί ζωγραφικής: η δωρεά του τοπίου/ το μυστικό της ζωγραφικής, μετ. Συμεών, επίμετρο: J.-Fr. Rollin (Άγρα/«Διαρκής Εικόνα»: Αθήνα 2002).

6. Ειδικά για τον Μπασό και την τέχνη του, με σημαντικές ενοράσεις στον ευρύτερο πολιτισμικό του περίγυρο, βλ. την εξαιρετική μονογραφία της Κλαίρης Παπαπαύλου, Ποίηση και ζωγραφική στην ιαπωνική τέχνη: ο Μπασό και το «Ανεμοδαρμένο ταξίδι» (Πρόσπερος: Αθήνα 1988).

7. Βλ. Jean-Paul Sartre, The Transcendence of the Ego, αγγλ. μετ. F. Williams & R. Kirkpatrick (Noonday: Νέα Υόρκη 1957 [Παρίσι 1936]). Σημειωθήτω ότι σε αυτή την ανάλυση βασίστηκε αργότερα περίφημη θεωρία του «Σταδίου του Καθρέφτη» που έκανε διάσημο στους ψυχαναλυτικούς κύκλους τον Jacques Lacan.

[Από το Τροχιές του Αισθητικού. Η ιστορική σύσταση μιας αισθητικής φιλοσοφίας και ο ανθρωπολογικός της ορίζοντας (Futura: Αθήνα 2007)]
πηγη φωτης τερζακης kykeon.ning.com



Η 10DECO | Διακόσμηση Εσωτερικού Χώρου εκτιμά και αναδημοσιεύει σε αυτό το Blog τα αξιόλογα άρθρα του διαδικτύου αναφέροντας πάντα την πηγή : www.thesecretrealtruth.blogspot.com

Wednesday, February 1, 2012

Αμερικάνικος Μοντερνισμός!

Posted by MAKMU ta On Wednesday, February 01, 2012

Το design του κάθε λαού δια­μορ­φώ­νε­ται ανά­λογα με τον πολι­τι­σμό και την ιδιο­συγ­κρα­σία του. Όψι­μος λοι­πόν πως ήταν και είναι ο αμε­ρι­κά­νι­κος πολι­τι­σμός, δανεί­ζετε πολλά από τους...

υπόλοιπους πολι­τι­σμούς, και ως γνω­στό αυτοί που είχαν την μεγα­λύ­τερη επί­δραση στην αμε­ρι­κά­νικη κουλ­τούρα ήταν οι Γάλ­λοι, οι Άγγλοι και οι Ισπα­νοί. Όμοια συνέβη και με το design! Δημιούρ­γησε ένα άκαμ­πτο, μονό­τονο και βαρύ­γδουπο ύφος δανει­ζό­μενη στοι­χεία από αυτούς τους τρεις πολι­τι­σμούς, χωρίς καμία ουσια­στική συνει­σφορά στο παγ­κό­σμιο design.

Εκτός από το Art Deco, που και αυτό έχει επιρ­ροές κυρίως από την Γαλ­λία, ήταν ένα ύφος, από τα σημαν­τι­κό­τερα, που ανα­δεί­χθηκε κυρίως από τον αμε­ρι­κά­νικο κινη­μα­το­γράφο, παρά από τη χρήση του στις κατοικίες.

Σήμερα, οι σχε­δια­στές στην Αμε­ρική μιλάνε για έναν Αμε­ρι­κά­νικο Μοντερ­νι­σμό!

Ένα καλό παρά­δειγμα είναι η κατοι­κία που παρου­σιά­ζουμε παρα­κάτω, στην οποία εύκολα δια­κρί­νε­ται η αδυ­να­μία του να απο­χω­ρι­στούν όλα τα γνω­στά στε­ρε­ό­τυπά τους, εισά­γουν όμως και στοι­χεία από το Art Deco.

Θα έχετε συναν­τή­σει πολ­λές φορές τελευ­ταία τον όρο mid century, είναι η δια­κό­σμηση που προ­κύ­πτει από τη χρήση επί­πλων της χρυ­σής επο­χής του σχε­δια­σμού, η εποχή που έβγαλε τα modern classic, από το 1933 έως το 1965.

Ας μην γίνει η παρα­νόηση ότι ο Αμε­ρι­κα­νι­κός Μοντερ­νι­σμός είναι το ίδιο με το mid century ή το Art Deco, αλλά είναι από τα στοι­χεία που το χαρα­κτη­ρί­ζουν. Το mid century όμως είναι μία ακόμη παρα­νόηση της αμε­ρι­κά­νι­κης σύγ­χρο­νης δια­κό­σμη­σης, καθώς πήραν το ευρω­παϊκό mid century, βάλανε έπι­πλα Art Deco, κρά­τη­σαν και κάποιες από τις κλη­ρο­νο­μι­κές ασθέ­νειες της παλιάς αμε­ρι­κά­νι­κης δια­κό­σμη­σης και αυτό το ονο­μά­ζουν Αμε­ρι­κά­νικο Μοντερ­νι­σμό.

Πάν­τως ένα τέτοιο σπίτι όλοι θα το ζηλεύαμε!!









Η 10DECO | Διακόσμηση Εσωτερικού Χώρου www.10deco.gr εκτιμά και αναδημοσιεύει τα αξιόλογα άρθρα του διαδικτύου αναφέροντας πάντα την πηγή: http://petitemaisonblog.blogspot.com/

Διακόσμηση σε Natural look!

Posted by MAKMU ta On Wednesday, February 01, 2012

Με τη βοήθεια των φυσικών υλικών και τη δική μας φαντασία μπορούμε να χαρίσουμε στο σπίτι μας τη γοητεία της απλότητας!

Η χρήση των φυσικών υλικών για την επίπλωση, τη διακόσμηση και...
γενικότερα τη δημιουργία μιας "γλυκιάς" ατμόσφαιρας στο σπίτι και στους χώρους που αγαπάμε μπορεί να δώσει ένα πολύ όμορφο αποτέλεσμα!


Φυσικά, όταν μιλάμε για natural look, δεν εννοούμε ότι θα πρέπει να μοιάζει το σπίτι με... ορεινό καταφύγιο ή χιονοδρομικό σαλέ! Απλά μιλάμε για χρήση φυσικών υλικών σε ισορροπημένους συνδυασμούς, με τα σύγχρονα και εξελιγμένα τεχνολογικά υλικά, έχοντας ως αποτέλεσμα μια διακοσμητική εικόνα ως απολαυστική, που χαρίζει ηρεμία, άνεση και κυρίως, καλαισθησία στην καθημερινότητά μας.

Είτε πρόκειται για σπίτια στην πόλη είτε για εξοχικά, η χρήση του ξύλου, της πέτρας, του δέρματος, των φυσικών ινών, των υφασμάτων από βαμβάκι ή μαλλί, του γυαλιού, του λινού και άλλων, φυσικά επεξεργασμένων υλικών βοηθά στη δημιουργία ιδανικών χώρων- "καταφυγίων" από τις εικόνες αισθητικής ηλεκτρονικού υπολογιστή. Έτσι, θα υιοθετήσουμε μια διαφορετική ποιότητα ζωής, που εξυμνεί την απλότητα, τη λιτή, αλλά όχι αφαιρετική γοητεία των χειροποίητων κομματιών, την άνεση και τη ζεστασιά του γυαλιστερού ξύλου, του μαλακού δέρματος, των επίπλων από μπαμπού, ρατάν, ξύλο wenge ή άλλα "εξωτικά" υλικά, καθώς και κομματιών στα οποία ο χρόνος απλώς πρόσθεσε περισσότερη γοητεία.

Η δημιουργία εσωτερικών χώρων που είναι ταυτόχρονα απλοί και σοφιστικέ, άνετοι και λειτουργικοί, αλλά πάντα ενταγμένοι σ' ένα natural στυλ, αποτελεί μια γοητευτική διακοσμητική περιπέτεια, η οποία χρειάζεται φαντασία, αγάπη για τη φύση, σεβασμό στο περιβάλλον και κυρίως διάθεση... εξερεύνησης. Το αποτέλεσμα σίγουρα θα είναι εντυπωσιακό και κυρίως θα έχει στοιχεία της προσωπικότητάς μας, ενώ ο χώρος μας δεν θ' αποτελεί απλώς την εκδοχή ενός σημερινού, μοντέρνου σπιτιού επηρεασμένου από τις διακοσμητικές τάσεις της εποχής και εστιασμένου στη χρήση φυσικών υλικών, απλού design και οργανικής φόρμας. Το natural style θα έχει την προσωπική μας σφραγίδα και κυρίως θα αποτελεί τον καμβά όπου θα αποτυπώνονται η έμπνευση και η αγάπη για τα όμορφα πράγματα, την χειροτεχνία και την έξυπνη ανάμειξη τέχνης και καθημερινής ζωής.

Το δέρμα: Διακριτική πολυτέλεια.

Η επίπλωση από δέρμα προσδίδει στο χώρο αέρα διακριτικότητας, φέρνοντας ίσως στο μυαλό εικόνες από λέσχες αντρών, παλιές βιβλιοθήκες και ακριβά αυτοκίνητα.

Η επιφάνεια ενός δερμάτινου επίπλου, είτε είναι απαλή και γυαλιστερή είτε ματ και "άγρια", έχει μοναδική γοητεία, ενώ η αίσθηση της αφής βελτιώνεται και γίνεται όλο και πιο ελκυστική όσο περνάει ο καιρός, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την επιφάνεια του ξύλου.

Το ξύλο: Η ευελιξία στη χρήση του.

Το πιο πολύτιμο, εύκολα κατεργάσιμο, πολυδιάστατο και ευέλικτο υλικό που υπάρχει στη φύση είναι το ξύλο! Χιλιάδες προϊόντα παράγονται από αυτό, ενώ η ομορφιά του και η πρακτικότητα στη χρήση του το καθιστούν Νο1 στις προτιμήσεις των αρχιτεκτόνων, των διακοσμητών και όσων ασχολούνται με την χειροτεχνία και τις καλές τέχνες. Ακριβώς όπως και οι μικροσκοπικοί κόκκοι της άμμου, έτσι και η επιφάνεια του ξύλου έχει την καταλυτική δύναμη μιας abstract (αφηρημένης) ζωγραφιάς. Η επικάλυψη πατωμάτων, επίπλων ή ντουλαπιών με καρυδιά, βελανιδιά και κερασιά δημιουργεί υπέροχα αποτελέσματα.

Φυσικά υφάσματα : Ανθεκτικά και υγιεινά.

 

Η επέμβαση της τεχνολογίας στις ίνες που δημιουργούνται από ανθρώπινο χέρι έχει εντυπωσιακά αποτελέσματα: τα υφάσματα αντιδρούν στο φως και την υγρασία, είναι πολύ ανθεκτικά, ενώ εμπεριέχουν ακόμη και φυτικές ίνες. Από την άλλη πλευρά, όμως, παραβλέποντας τους "θριάμβους" της τεχνολογίας, εμείς ακόμη επιδιώκουμε την αμεσότερη επαφή με τη φύση. Η σχέση αγάπης που έχουμε με το λινό, το μαλλί, το βαμβάκι και το μετάξι συνεχίζεται ανεμπόδιστη από τα χημικά και μηχανολογικά "θαύματα". Βέβαια είναι ευπρόσδεκτες η εξέλιξη και οι δυσκολίες που μας παρέχει, αλλά πάντα σε σωστές δόσεις και σε ισορροπημένη σχέση με τα φυσικά υλικά. Άλλωστε, οι φυσικές ίνες έχουν βρει τη θέση τους που τους αξίζει σε πάρα πολλά σημεία του σπιτιού ως υφάσματα, χαλιά, καλύμματα, πλεκτές κατασκευές ή επικαλύψεις πατωμάτων. Εάν πούμε "ναι", λοιπόν, στα υλικά που προέρχονται κατευθείαν από τη φύση και τα χρησιμοποιήσουμε ως άξονα της αισθητικής του χώρου μας, θα ανακαλύψουμε το δικό μας αγαπημένο natural style!

5 μυστικά για natural look!

 

1. Τα φυσικά υλικά είναι το ιδανικότερο μέσον-εργαλείο προκειμένου να κάνουμε "μεταμορφώσεις". Για παράδειγμα, μπορούμε να μετατρέψουμε ένα παλιό σπίτι ή μια εξοχική κατοικία σε εξαιρετικά κομψό χώρο.

2. Στο πάτωμα, εάν δεν χρησιμοποιήσουμε ξύλο, τότε ιδανική λύση είναι η πέτρα, το μάρμαρο ή τα ψημένα πλακάκια. Γυαλιστερά ή ματ, τα υλικά αυτά προσθέτουν ένα αρχιτεκτονικό μεγαλείο στο χώρο και αμέσως "στρώνουν" τον ιδανικό καμβά για να στήσουμε το natural σκηνικό μας!

3. Επίσης, σε ένα εξοχικό σπίτι ο συνδυασμός γυαλιστερού πατώματος και μεσοτοιχιών ή ειδικών κατασκευών με κόκκινα τούβλα- πέτρες δημιουργεί ενδιαφέρουσες αντιθέσεις. Το ίδιο μπορεί να συμβεί εάν επικαλύψουμε τους τοίχους με ανάλογα πάνελ από ξύλο ή άλλα φυσικά υλικά.

4. Τα υφάσματα από φυσικά υλικά προσφέρουν άνεση και χαλάρωση. Ένα μάλλινο χαλί ή ένα ethnic κιλίμι επάνω σε μαρμάρινο ή πέτρινο πάτωμα δημιουργεί μια "νησίδα" ζεστασιάς και φυσικής ομορφιάς στο χώρο.

5. Οι καναπέδες και οι πολυθρόνες με χερούλια μπορούν, εάν καλυφθούν με λινά υφάσματα στο χρώμα της πέτρας ή της άμμου, να ενισχύσουν τη λιτή ομορφιά των υπολοίπων επίπλων και διακοσμητικών αντικειμένων από φυσικά υλικά.





Η 10DECO | Διακόσμηση Εσωτερικού Χώρου www.10deco.gr εκτιμά και αναδημοσιεύει τα αξιόλογα άρθρα του διαδικτύου αναφέροντας πάντα την πηγή: http://tro-ma-ktiko.blogspot.com

Tuesday, January 31, 2012

Μινιμαλισμός. Τι πρέπει να γνωρίζετε.

Posted by MAKMU ta On Tuesday, January 31, 2012

Το μίνι­μαλ σπίτι είναι ένα στατικό τοπίο σε ένα συγ­χυ­σμένο αστικό περι­βάλ­λον. Είναι ο ορι­σμός της τακτο­ποί­η­σης.
Είναι ο χώρος που σου υπο­δει­κνύει το πώς θα ζήσεις και δεν τον μετα­μορ­φώ­νεις σύμ­φωνα με τις ανάγ­κες, τις δυνα­τό­τη­τες ή τις αδυ­να­μίες σου.

Είναι ένας αυστη­ρός και απλός τρό­πος ζωής όπως αυτή των βου­δι­στών μονα­χών, αλλά και η «ενσάρ­κωση» της φιλο­σο­φίας Ζεν που εστιά­ζει πάντα στις απλές, καθη­με­ρι­νές πρά­ξεις και όχι στο μεγα­λε­πή­βολο, εντυ­πω­σιακό και επιδεικτικό.
Είναι ένα ύφος που εύκολα θα γινό­ταν απο­δε­κτό από κατοί­κους των βόρειων περιο­χών όπως οι Σκαν­δι­να­βοί, αλλά για εμάς τους μεσο­γεια­κούς, ένα σπίτι κατα­σκευα­σμένο και δια­κο­σμη­μένο με τις από­λυ­τες αρχές του μινι­μα­λι­σμού θα έμοιαζε με ψυχα­ναγ­κα­σμό. Η αλή­θεια είναι πως έχουμε προ­σαρ­μό­σει τον μινι­μα­λι­σμό στην ιδιο­συγ­κρα­σία μας. Τον έχουμε εμπλου­τί­σει, θα μπο­ρούσαμε να πούμε, και με βάση τις απαι­τή­σεις ενός μέσου Έλληνα έχουμε κατα­φέ­ρει να εισά­γουμε το μινι­μα­λι­σμό, αλλά δεν έχει καμία σχέση με το πώς τον έχει ορί­σει ο γκου­ρού του, ο John Pawson.

Αντί­θετα με το τι πιστεύ­ουν οι περισ­σό­τε­ροι, μινι­μα­λι­σμός δεν σημαί­νει το να εκκε­νώ­σεις το σπίτι από τα μη απα­ραί­τητα και να κρα­τή­σεις μόνο αυτά που σου χρειά­ζον­ται. Όπως λαν­θα­σμένο επί­σης είναι το να υπο­στη­ρί­ζουν πολ­λοί πρε­σβευ­τές του, ότι μινι­μα­λι­σμός είναι η κατάρ­γηση των συμ­βό­λων. Το να παγιώ­σεις σε ένα χώρο την άρνηση του επι­τη­δευ­μέ­νου μέσα από το οποίο θα ανα­βλύ­σει η απλό­τητα χρειά­ζον­ται συγ­κε­κρι­μένα αντι­κεί­μενα σε συγ­κε­κρι­μένη θέση, αυτό υπο­δει­κνύει ότι η μινι­μα­λι­στική σκέψη μόνο απλή δεν είναι, αλλά, αντί­θετα, πολυ­σύν­θετη.

Έχει μεγάλη σημα­σία το πώς θα τοπο­θε­τη­θούν τα αντικείμενα-σύμβολα, όπως οι Bauhaus πολυ­θρό­νες, το κρε­βάτι, η τρα­πε­ζα­ρία, οι νιπτή­ρες. Άλλω­στε δεν είναι τυχαίο ότι ο μινι­μα­λι­σμός συν­δέ­θηκε με την τελειό­τητα την οποία μόνο οι αρχι­τέ­κτο­νές της μπο­ρούν να δομή­σουν και οι κάτοι­κοι των μίνι­μαλ σπι­τιών να εισπρά­ξουν. Είναι όμως ένα ύφος που απευ­θύ­νε­ται σε συγ­κε­κρι­μέ­νους ανθρώπους;

Τα μινι­μα­λι­στικά σπί­τια είναι τα σπί­τια των εργέ­νη­δων γιά­πη­δων που όλη μέρα βρί­σκον­ται στο χάος της δου­λειάς και της σύγ­χρο­νης μεγα­λού­πο­λης και γυρί­ζουν το βράδυ στο σπίτι όπου εκεί βρί­σκουν την από­λυτη τάξη, τα πάντα καθαρά και συγυ­ρι­σμένα, ότι ακρι­βώς τους λεί­πει από την καθη­με­ρι­νό­τητα έξω από το σπίτι, γι’ αυτούς παί­ζει το ρόλο του κατα­φυ­γίου. Είναι επί­σης κατάλ­λη­λες κατοι­κίες για εύπο­ρους συν­τα­ξιού­χους που πέρα­σαν όλη τη ζωή τους σε πολυ­πλη­θείς οικο­γέ­νειες με πολλά, πολλά, πολλά. Πολλά παι­διά, πολλά δωμά­τια, πολλά αντι­κεί­μενα και τώρα που τα παι­διά πλέον μεγά­λω­σαν και πήραν το δρόμο τους, θέλουν και οι ίδιοι να «απο­το­ξι­νω­θούν» και να ηρεμήσουν. Δεν είναι το ιδα­νικό σπίτι για κάποιον που περ­νάει πολ­λές ώρες μέσα σε αυτό.

Το σπίτι-σύμβολο του μινι­μα­λι­σμού είναι το Farnsworth House του Ludwig Mies van der Rohe λίγο έξω από το Σικάγο το 1951, φτιά­χτηκε σαν τόπος από­δρα­σης, αλλά στην ουσία είναι ένα γυά­λινο κουτί απέ­ναντι από την ακτή όπου θα μπο­ρού­σαν τα ψάρια να κοι­τάνε τους ανθρώ­πους μέσα στη γυάλα. Η πολύ­ωρη δια­μονή εκεί μέσα ώρες και μέρες που οι ιδιο­κτή­τες θα ζητού­σαν χαλά­ρωση, μάλ­λον θα είχε τα αντί­θετα αποτελέσματα.

Όπως και να είναι ο μινιμαλισμός έχει εισά­γει πολύ σημαν­τικά στοι­χεία στην παγ­κό­σμια αρχι­τε­κτο­νική και δια­κό­σμηση και έχει στρέ­ψει την προ­σοχή όλων, μίνι­μα­λι­στών ή μαξι­μα­λι­στών, στην ανα­ζή­τηση της ουσίας των αντι­κει­μέ­νων και όχι στην άσκοπη υπερ­φόρ­τωση. Η απλό­τητα είναι το πρώτο και το τελευταίο στά­διο της ύλης και συνώ­νυμο της αγνό­τη­τας και η υιο­θέ­τηση κάποιων συστα­τι­κών της, όσα μπορεί ο καθέ­νας, είναι απα­ραί­τητα στην εποχή του πλε­ο­να­σμού και του κορεσμού.







Η 10DECO | Διακόσμηση Εσωτερικού Χώρου www.10deco.gr εκτιμά και αναδημοσιεύει τα αξιόλογα άρθρα του διαδικτύου αναφέροντας πάντα την πηγή: petitemaisonblog.blogspot.com

Friday, January 27, 2012

Τα 30 πιο όμορφα πράγματα στον κόσμο.

Posted by MAKMU ta On Friday, January 27, 2012

Ποιος πίνακας ζωγραφικής
θα μπορούσε να θεωρηθεί ο ωραιότερος του κόσμου; Ποια παραλία, ποιο άγαλμα, ποιο… νεκροταφείο; Βρεθήκαμε μπροστά σε μία τεράστια πρόκληση: Να περιορίσουμε τα αμέτρητα πράγματα που έχουμε δει, στα 30 πιο ωραία.


Πρέπει να παραδεχτούμε πως ίσως δεν είμαστε δίκαιοι. Συμβουλευτήκαμε δεκάδες έρευνες, γκάλοπ, ιστορικούς τέχνης κι άλλους ειδικούς για να συνθέσουμε τη λίστα μας. Αλλά ακόμα κι έτσι, ποιοι είμαστε εμείς για να αποφασίσουμε ποια είναι τα πιο ωραία πράγματα στη γη;
Θα μας άρεσε να σας κάνουμε να σκεφτείτε αν έχουμε δίκιο ή αν θα μπορούσατε να προτείνετε κάτι πιο όμορφο, όπως ένα ανεπανάληπτο ηλιοβασίλεμα, μία σπάνια Ferrari ή ίσως κάτι άλλο.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν. Σας παρουσιάζουμε ταπεινά τις πιο υπέροχες ομορφιές της υφηλίου και που θα τις βρείτε.

Το πιο ωραίο γυμνό
Fabrizio Giovannozzi (c) AP Photo
Λυπούμαστε, αλλά όχι, οι φωτογραφήσεις του Playboy δεν παίρνουν μέρος. Ψάχνουμε πράγματα με μεγαλύτερη διάρκεια στο χρόνο. Κι έτσι καταλήγουμε στο πιο διάσημη παρουσίαση του αντρικού σώματος που δημιουργήθηκε ποτέ. Ο Βαζάρι, ιστορικός τέχνης του 16ου αιώνα έγραψε: ¨Όποιος έχει δει το συγκεκριμένο έργο, δεν χρειάζεται να δει άλλο γλυπτό, είτε στην εποχή μας είτε σε οποιαδήποτε άλλη στιγμή του χρόνου». Το άγαλμα του Δαβίδ που φιλοτέχνησε ο Μιχαήλ Άγγελος ολοκληρώθηκε το 1504, μετά από τρία χρόνια δουλειάς. Θα το βρείτε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας.

Το πιο ωραίο νησί
Jean-pierre Pieuchot/The Image Bank/Getty Images
Αγαπημένος προορισμός πολλών διασήμων, το νησί Μπόρα Μπόρα αποτελεί μέρος της Γαλλικής Πολυνησίας. Περιτριγυρίζεται από λιμνοθάλασσα και κοραλλιογενείς υφάλους, ενώ στο κέντρο του υψώνεται ένα αδρανές ηφαίστειο.

Ο πιο ωραίος μοντέρνος πίνακας
Ric Francis/AP Photo
Ο πιο ακριβός πίνακας ζωγραφικής του κόσμου είναι το No 5, 1948 του Τζάκσον Πόλοκ. Αλλά τα χαρακτηριστικά του έργα δεν βρίσκουν απήχηση σε όλους τους φιλότεχνους, όπως συμβαίνει πιθανότατα με τα έργα του Γκούσταβ Κλιμτ. Το πορτραίτο της Adele Bloch-Bauer I, έργο του 1907 πουλήθηκε για 135 εκ. δολάρια και είναι το τρίτο πιο ακριβό του κόσμου. Μπορείτε να το δείτε στη Neue Galerie της Νέας Υόρκης.

Το πιο ωραίο πτηνό
Kent Gilbert/AP Photo
Το κετσάλ αποκαλείται ως το πιο όμορφο πουλί του κόσμου και δεν θα διαφωνήσουμε. Την εποχή της αναπαραγωγής του, το αρσενικό αποκτά δύο έντονα χρωματισμένες ουρές που φτάνουν σε μήκος ενός μέτρου. Αλλά αυτά τα σπάνια πτηνά έχουν πανέμορφα μπλε, πράσινα και κόκκινα χρώματα όλο το χρόνο. Το κετσάλ ζει στα ορεινά, τροπικά δάση της Κεντρικής Αμερικής, κυρίως στη Γουατεμάλα και την Κόστα Ρίκα, όπου τιμούνται από την εποχή των Μάγιας και των Αζτέκων.

Το πιο ωραίο άγαλμα
Lonny Kalfus/Stone Sub/Getty Images
Περιγράφεται ως «το αποκορύφωμα εκατοντάδων ετών του πολιτισμού», «ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα στην ιστορία της τέχνης» και ως απόδειξη της «σπίθας της Θείας Παρουσίας σε κάθε μορφή ζωής». Η Νίκη της Σαμοθράκης, άγαλμα του δεύτερου αιώνα προ Χριστού, προς τιμήν της Θεάς Νίκης, είναι ένα από τα πι περίφημα γλυπτά όλων των εποχών και εκτίθεται στην πιο περίοπτη θέση του Λούβρου, στο Παρίσι.

Το πιο ωραίο κάστρο
Diether Endlicher/AP Photo
Δεν υπάρχει αμφιβολία ως προς το ποιο κάστρο είχε στο νου της η Ντίσνεϊ όταν κατασκεύαζε τα θεματικά της πάρκα. Μα φυσικά το Νοϊσβάινσταϊν του Λουδουβίκου του Β’ της Βαυαρίας. Είναι ένα φανταστικό κτήριο με πύργους και οβελίσκους, κτισμένο περισσότερο για να κάνει εντύπωση παρά για οχυρωματικούς σκοπούς. Αυτό που κάνει ακόμα πιο ξεχωριστό το κάστρο που χτίστηκε πριν από περίπου 150 χρόνια είναι η εκπληκτική τοποθεσία στην οποία βρίσκεται, κάπου στις Βαυαρικές Άλπεις, όπου συχνά μοιάζει να επιπλέει στα σύννεφα. Ο ίδιος ο Λουδοβίκος είπε γι’ αυτό: «Είναι το πιο όμορφο, το πιο ιερό και το πιο απλησίαστο που μπορεί να δει άνθρωπος…»

Το πιο ωραίο προϊστορικό έργο τέχνης
Pierre Andrieu/Pool/AP Photo
Θα επιλέξουμε το απίστευτο σύμπλεγμα σπηλαίων που αποκαλείται η Καπέλα Σιξτίνα της προϊστορικής τέχνης. Τα σπήλαια του Λασκό στη νοτιοδυτική Γαλλία είναι γεμάτα με εκπληκτικά όμορφες βραχογραφίες βισώνων, αλόγων, αγελάδων και κατσικιών, ηλικίας 17 χιλιάδων χρόνων. Παρά το γεγονός πως τα σπήλαια δεν είναι πλέον ανοικτά για το κοινό, προκειμένου να προστατευθούν οι βραχογραφίες, δίπλα στο Λασκό, υπάρχει αντίγραφο του σπηλαίου και των έργων, που δημιουργήθηκαν με τις ίδιες τεχνικές και υλικά όπως και τα πρωτότυπα.

Το πιο ωραίο μοντέρνο κτήριο
Topham Picturepoint/Topham Picturepoint/Press Association Images
Έγινε μεγάλη συζήτηση για το κτήριο που θα έπρεπε να επιλεγεί σε αυτή την κατηγορία, με το Guggenheim του Μπιλμπάο και το Eden Project στη Μεγάλη Βρετανία, να είναι δύο φιλόδοξοι διεκδικητές του τίτλου. Αλλά στην κορυφή βρέθηκε η θαυμάσια εκκεντρική Σαγράδα Φαμίλια της Βαρκελώνης. Είναι ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους θρησκευτικούς χώρους στον κόσμο και ένα από τα πιο χρονοβόρα projects ως προς την κατασκευή τους, αφού άρχισε να κτίζεται το 1882 και αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2026, όταν θα συμπληρώνονται 100 χρόνια από το θάνατο του αρχιτέκτονά του, Αντόνι Γκαουντί.

Το πιο ωραίο αυτοκίνητο
Jacques Brinon/AP Photo
Το 2009, 20 διάσημοι σχεδιαστές αυτοκινήτων επέλεξαν το Citroen DS ως το πιο όμορφο αυτοκίνητο όλων των εποχών. Ο Τζορτζέτο Τζουτζιάρο, μέλος της επιτροπής, βραβευμένος ως ο σημαντικότερος σχεδιαστής αυτοκινήτων του 20 αιώνα, δήλωσε: «Το Citroen DS είναι το μοναδικό παράδειγμα ενός αυτοκινήτου που σχεδιάστηκε πραγματικά πρωτοποριακά». Το σχεδίασε ο Ιταλός Φλαμίνιο Μπερτόνι και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1955 προκαλώντας μεγάλη αίσθηση. Μπορείτε να το δειτε σε αρκετά μουσεία αυτοκινήτου ανά τον κόσμο.

Οι πιο ωραίες παραλίες
Sakis Papadopoulos/The Image Bank/Getty Images
Οι Μαλδίβες φημίζονται για το σύνολο σχεδόν των παραλιών τους, ώστε είναι σχεδόν αναπόφευκτο το να φιγουράρουν στο top 10 κάθε σχετικού δημοψηφίσματος. Είναι το τέλειο μέρος για να νιώσετε ναυαγοί, με περίπου 1200 ακατοίκητα νησάκια, με λεπτή, μεταξένια άμμο, διάφανα τιρκουάζ νερά και καλειδοσκοπικούς υφάλους. Δυστυχώς, η άνοδος της στάθμης του νερού ενδέχεται να εξαφανίσει πολλά από αυτά (κατά μέσο όρο εξέχουν 1,5 μέτρο από το επίπεδο της θάλασσας)…

Ο πιο ωραίος κόλπος
The Image Bank/Getty Images
Ο Κόλπος Χαλόνγκ του Βιετνάμ είναι η επιλογή μας για τη συγκεκριμένη κατηγορία. Ο Χο Τσι Μινχ είπε κάποτε πως ο Κόλπος Χαλόνγκ είναι ένα θαύμα που δεν μπορεί να περιγραφεί. Πράγματι, πρέπει να το δει κανείς για να το πιστέψει. Ο κόλπος είναι ένα απίστευτο θαλάσσιο σκηνικό, με περίπου 1600 νησάκια με κοφτερές άκρες, ζούγκλες και σπηλιές. Είναι εκ των φιναλίστ στην ψηφοφορία για τα 7 νέα θαύματα της φύσης.

Ο πιο ωραίος πίνακας
Jean-Pierre Muller/Getty Images
Κανένα άλλο έργο τέχνης δεν έχει προκαλέσει τόσο ένθερμες εκδηλώσεις θαυμασμού, συζητήσεις κι απομιμήσεις όσο η αινιγματική Μόνα Λίζα του Λεονάρντο Ντα Βίντσι (γνωστή και ως Τζιοκόντα). Συνεπώς, θα ήταν άδικο να μη συμπεριληφθεί στη λίστα με τα πιο ωραία πράγματα. Ολοκληρώθηκε το 1506 και σήμερα εκτίθεται πίσω από αλεξίσφαιρο τζάμι μπροστά σε άφωνους τουρίστες στο Λούβρο του Παρισιού.

Το πιο ωραίο ηλιοβασίλεμα
Bullit Marquez/AP Photo
Ξέρουμε, ξέρουμε. Το να επιλέξεις το καλύτερο ηλιοβασίλεμα, είναι εξίσου δύσκολο με το να επιλέξεις την πιο ωραία νιφάδα σε χιονοθύελλα. Είναι όλα διαφορετικά και η επιλογή είναι αποκλειστικά προσωπική. Παρόλα αυτά, μερικά μέρη είναι θρυλικά για το μαγευτικό τους ηλιοβασίλεμα. Η Valle de la Luna στην έρημο Ατακάμα της Χιλής είναι ένα από αυτά. Η Σαντορίνη είναι επίσης διάσημη. Θα ξεχωρίσουμε τον κόλπο της Μανίλας στις Φιλιππίνες όπου δεκάδες ταξιδιώτες σκαρφαλώνουν έναν τεράστιο αμμόλοφο κάθε απόγευμα για να δουν ένα εκθαμβωτικό ηφαιστειώδες τοπίο γεμάτο ροζ, πορτοκαλί και μωβ αποχρώσεις. Αξέχαστη εμπειρία

Το πιο ωραίο μοναστήρι
Manish Swarup/AP Photo
Το εκπληκτικό μοναστήρι – αξιοθέατο του 17ου αιώνα κρέμεται στα απόκρημνα βράχια της κοιλάδας Παρό στο Μπουτάν. Γνωστό ως Paro Taktsang (Η Φωλιά της Τίγρης), το μοναστήρι συνεχίζει να λειτουργεί ευλαβικά με Βουδιστές μοναχούς. Το επιλέξαμε όχι μόνο για την προφανή ομορφιά του και την τοποθεσία στην οποία έχει κτιστεί 700 μέτρα πάνω από την κοιλάδα, αλλά και για το γεγονός πως παραμένει άθικτο από τον τουρισμό. Ο αριθμός των τουριστών που επιτρέπεται να το επισκεφτεί καθημερινά είναι εξαιρετικά περιορισμένος.

Το πιο ωραίο ταβάνι
(c) Maurizio Brambatti/Pool/AP Photo
Αυτό ήταν εύκολο. Ο Γκαίτε κάποτε έγραψε: «Όποιος δεν έχει δει την Καπέλα Σιξτίνα, δεν μπορεί να σχηματίσει επαρκή ιδέα του τι μπορεί να καταφέρει ο άνθρωπος». Αμέτρητοι ειδικοί περιγράφουν το αριστούργημα του Μιχαήλ Άγγελου ως καθοριστικό σημείο στην ιστορία της τέχνης. Η Καπέλα Σιξτίνα είναι παρεκκλήσι του Αποστολικού Μεγάρου, της επίσημης κατοικίας του Πάπα, στην πόλη του Βατικανού.

Το πιο ωραίο ιστορικό κτήριο
(c) DEA/M. BORCHI/De Agostini Editorial/Getty Images
Είναι κλισέ αλλά εξίσου ειλικρινές το να επιλέξεις το Ταζ Μαχάλ στην Ινδία ως το πιο όμορφο ιστορικό κτήριο του κόσμου. Όποιος θεωρεί υπερεκτιμημένο αυτό το επιβλητικό μαρμάρινο οικοδόμημα μάλλον δεν το έχει δει ποτέ. Μοιάζει να λαμπιρίζει από ζωή. Τα υλικά του είναι γεμάτα αγνότητα, η τέχνη του ασύγκριτη και η ιστορία του συγκινητικά ρομαντική. Ο διάσημος Ινδός ποιητής Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ το περιέγραψε ως «ένα δάκρυ που κύλισε λαμπερό στο πρόσωπο της αιωνιότητας».

Η πιο ωραία μάσκα
(c) Upperhall Ltd/Robert Harding/Getty Images
«Ήταν ένα θέαμα που ξεπερνούσε όλα τα προηγούμενα και κανείς ποτέ δεν είχε ονειρευτεί πως θα δει». Αυτό είπε ο αρχαιολόγος Χάουαρντ Κάρτερ μετά την ανακάλυψη του τάφου του Τουταγχαμών, του πιο εκπληκτικού ενταφιασμένου θησαυρού που ανακαλύφθηκε ποτέ. Από όλα τα ανεκτίμητα ευρήματα που εκτίθενται πλέον στο Μουσείο του Κάιρο, το πιο μεγαλειώδες είναι αναμφισβήτητα η μάσκα του. Φτιαγμένη από ατόφιο χρυσάφι και στολισμένη με πολύτιμους λίθους, η μάσκα του Τουταγχαμών είναι ένα από τα εξαίσια αριστουργήματα που φτιάχτηκαν ποτέ από χρυσό.

Ο πιο ωραίος υπόγειος σιδηρόδρομος
(c) Frans Lemmens/The Image Bank/Getty Images
Οι υπόγειοι σιδηρόδρομοι δεν είναι το πρώτο πράγμα που σου έρχεται στο μυαλό όταν κάνεις συζήτηση περί ομορφιάς. Ωστόσο υπάρχουν πολλοί σταθμοί που κόβουν την ανάσα του επιβάτη – συνήθως με φουτουριστική διακόσμηση (εκτός κι αν κόβεις βόλτες με το Αθηναϊκό Μετρό). Θα δώσουμε την ψήφο μας σε ένα παράδειγμα της παλιάς σχολής. Οι σταθμοί του Μετρό της Μόσχας (πρωτολειτούργησε τη δεκαετία του 1930) πρέπει να είναι οι πιο φανταχτερά διακοσμημένες στάσεις του κόσμου. Τεράστιοι πολυέλαιοι, γύψινα ταβάνια, καμάρες και τοίχοι ζωγραφισμένοι στο χέρι, σε κάνουν να νιώθεις πως την επόμενη στιγμή οι επιβάτες θα αρχίσουν επιτόπου να χορεύουν βαλς.

Το πιο ωραίο μέρος για κατάδυση
(c) Jeff Hunter/Photographer’s Choice RF/Getty Images
Επίσης εύκολη απόφαση. Ο μεγάλος κοραλλιογενής ύφαλος της Αυστραλίας δεν έχει αντίπαλο σε ομορφιά. Απλώνεται σε μήκος 2600 χιλιομέτρων στην ακτή του Κουίνσλαντ της Αυστραλίας και συναποτελείται από αρκετές χιλιάδες υφάλους και περίπου 900 νησιά. Ο ύφαλος αποτελεί καταφύγιο χιλιάδων ειδών. Θαλάσσιοι δράκοι (είδος ιππόκαμπου), κροκόδειλοι και 125 είδη καρχαρία ζουν εδώ.

Το πιο ωραίο νεκροταφείο
(c) Yui Mok/PA Archive/Press Association Images
Θάνατος. Ταφή. Αποσύνθεση. Λέξεις που δεν είναι ακριβώς συνώνυμες με την ομορφιά. Αλλά πολλά μπορούν να λεχθούν για τη μελαγχολική χάρη των κοιμητηρίων. Και το Λονδίνο δύσκολα μπορεί να βρει αντίπαλο σε αυτή την κατηγορία. Ανάμεσα στα απόκοσμα νεκροταφεία του, ξεχωρίζει το Highgate, μία άκρως ατμοσφαιρική έκθεση επιμελώς σκαλισμένου μαρμάρου και γρανίτη. Φιλοξενεί επίσης, μερικές διάσημες τελευταίες κατοικίες, όπως αυτές του Καρλ Μαρξ και του Ντάγκλας Άνταμς.

Το πιο ωραίο βιβλίο
(c) O’Brien Press/PA Archive/Press Association Images
Κάποτε το περιέγραψαν ως έργο αγγέλων. Το Βιβλίο του Κελς είναι ένα πλούσια εικονογραφημένο Λατινικό χειρόγραφο Κελτών μοναχών του 8ου αιώνα κι ένας από τους σπουδαιότερους εθνικούς θησαυρούς ολόκληρης της Ιρλανδίας. Τα επίπονα και περίπλοκα σχέδιά του είναι τόσο περίτεχνα που συχνά το κείμενο είναι σχεδόν αδύνατο να διαβαστεί. Το βιβλίο (ή βιβλία, μιας και είναι χωρισμένο σε τέσσερα μέρη) εκτίθεται στην βιβλιοθήκη του Κολεγίου Τρίνιτι στο Δουβλίνο.

Το πιο ωραίο συντριβάνι
(c) Joe Cavaretta/AP Photo
Θα μπορούσαμε να έχουμε επιλέξει τη Φοντάνα Ντι Τρέβι, το κλασικό αριστούργημα της Ρώμης ή ένα σιντριβάνι στη Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας που πετάει το νερό σε ύψος μεγαλύτερο του Πύργου του Άιφελ. Ωστόσο, καταλήξαμε στο Λας Βέγκας. Τα συντριβάνια του ξενοδοχείου Bellagio είναι η πιο εντυπωσιακή επίδειξη με νερό στον κόσμο, όπου πίδακες και φώτα έχουν χορογραφηθεί υπέροχα. Πρόκειται για μία τεχνητή λίμνη με 1200 εκτοξευτήρες νερού και 4500 φώτα.

Η πιο ωραία θέα
(c) Ross D. Franklin/AP Photo
Δεν δυσκολευτήκαμε να καταλήξουμε στο μέρος με την πιο υπέροχη θέα της υφηλίου. Με μήκος που φτάνει τα 446 χιλιόμετρα, πλάτος τα 29 και βάθος τα 1,6, το Γκραντ Κάνιον είναι μία συγκλονιστική άβυσσος με μαγευτικές αποχρώσεις, λαβυρινθώδη αυλάκια και βράχους ηλικίας 2 δισεκατομμυρίων ετών. Είναι λογικό λοιπόν, να προσελκύει ετησίως περισσότερους από 5 εκατομμύρια επισκέπτες, που μένουν άναυδοι μπροστά σε ένα από τα σπουδαιότερα θεάματα της Γης.

Ο πιο ωραίος στρατός
(c) Sergey Ponomarev/AP Photo
Οι πολεμιστές και τα άλογα από τερακότα στην Κίνα είναι ένα από τα πιο εκπληκτικά αρχαιολογικά ευρήματα του 20ου αιώνα. Πρόκειται για ολόκληρο στρατό που υπολογίζεται πως αποτελείται από περίπου 8000 ανθρωπίνου μεγέθους διαφορετικές φιγούρες στρατιωτών, καθώς και δεκάδες άρματα και άλογα, όλα πανέμορφα σκαλισμένα σε πηλό, και ο οποίος βρέθηκε σε ένα χωράφι του Λιντόνγκ στην επαρχία Σιάν το 1974. Η Unesco τον περιέγραψε ως «αριστούργημα ρεαλισμού». Οι στρατιώτες φιλοτεχνήθηκαν γύρω στο 210 προ Χριστού για να υπερασπιστούν τον πρώτο αυτοκράτορα της Κίνας, Κιν Σι Χουάνγκ, στη μετά θάνατο ζωή του.

Ο πιο ωραίος καταρράκτης
(c) Andre Penner/File/AP Photo
Οι καταρράκτες του Νιαγάρα είναι οι πιο διάσημοι του κόσμου. Οι καταρράκτες Angel στη Βενεζουέλα οι πιο ψηλοί. Της Βικτωρίας έχουν τον μεγαλύτερο μονοκόμματο καταρράκτη. Αλλά οι πιο όμορφοι; Για εμάς αυτοί είναι οι καταρράκτες Ιγκουαζού, στα σύνορα Αργεντινής και Βραζιλίας. Αποτελούνται από 275 καταρράκτες, απλώνονται σε πλάτος 2 χιλιομέτρων και ο όγκος του νερού που πέφτει φτάνει κατά μέσο όρο τα 1,3 εκατομμύρια λίτρα ανά δευτερόλεπτο. Όλο αυτό γίνεται πιο εντυπωσιακό από το παρθένο δάσος που τους περιτριγυρίζει αλλά και το θαυμάσιο σχήμα τους, που σε σημεία σου δημιουργεί την εντύπωση πως βρίσκεσαι κυκλωμένος από υδάτινα τείχη.

Τα πιο ωραία αρχαία ερείπια
(c) Matt Champlin/Flickr/Getty Images
Το Μάτσου Πίτσου είναι μία από τις πιο γνωστές αρχαιολογικές τοποθεσίες του κόσμου για έναν λόγο: είναι απίστευτο. Χτίστηκε στην ακμή του πολιτισμού των Ίνκας, τον 15ο αιώνα και ανακαλύφθηκε ξανά από τον Χίραμ Μπίνγκαμ το 1911. Η αποκομμένη πόλη στη στενή κορυφή ενός βουνού που περικυκλώνεται από κάθετους ορεινούς όγκους και δάση από σύννεφα συνθέτουν το σκηνικό. Τα γιγάντια τείχη του, τα κτήρια και τα επίπεδά του, δεν είναι ορατά από κάτω, αλλά σχηματίζουν ένα απίστευτο θέαμα σε σχήμα κόνδορα (όπως τουλάχιστον πίστευαν οι ίδιοι οι Ίνκας) για τους θεούς.

Η πιο ωραία λίμνη
(c) Rodrigo Abd/AP Photo
Κι εδώ υπήρχε έντονος συναγωνισμός με λίμνες στον Καναδά (Peyto), τη Βολιβία και την Κίνα (Five Flower Lake), αλλά η Ατιτλάν, η βαθύτερη λίμνη της Κεντρικής Αμερικής, κέρδισε τον τίτλο. Η λίμνη γεμίζει έναν τεράστιο κρατήρα ηφαιστείου που υπολογίζεται πως σχηματίστηκε πριν από 84 χιλιάδες χρόνια.

Ο πιο ωραίος κήπος
(c) Sang Tan/AP Photo
Αν ήταν αρκετοί για έναν από τους πιο αγαπημένους ζωγράφους τοπίων όλων των εποχών, τότε είναι και για εμάς. Οι πανέμορφοι κήποι του Ζιβερνί στην ανατολική Νορμανδία είναι ένα ζωντανό έργο τέχνης, που δημιούργησε ο ίδιος ο ιμπρεσιονιστής ζωγράφος Κλοντ Μονέ προκειμένου να τους ζωγραφίσει. Το αποτέλεσμα ήταν μερικοί από τους πιο σπουδαίους πίνακες του 20ου αιώνα. Οι κήποι φτιάχτηκαν από το 1883 ως το 1926 και αποκαταστάθηκαν θυμίζοντας το περασμένο τους μεγαλείο το 1976. Λουλουδένια κρεβάτια, κουρτίνες από ιτιές και στρώματα από νούφαρα ξεχωρίζουν μέσα σε αυτούς.

Το πιο ωραίο παλάτι
(c) Victor R. Caivano/AP Photo
Τα παλάτια κατασκευάζονται ως επίδειξη πλούτου και μεγαλοπρέπειας, επομένως κι εδώ υπήρχαν άφθονοι υποψήφιοι για τον τίτλο. Η Αγία Πετρούπολη, οι Βερσαλλίες, η Απαγορευμένη Πόλη, η Ποτάλα… η λίστα μπορεί να συνεχίζεται για πολύ. Αλλά το πιο ονειρεμένο παλάτι είναι η Αλάμπρα στη Γρανάδα της Ισπανίας. Κατασκευάστηκε από τους Μαυριτανούς μονάρχες το 14ο αιώνα και είναι ένα αριστούργημα ισλαμικής αρχιτεκτονικής και διακόσμησης, ως αντανάκλαση λες, μέρους της ιστορίας του ως καταφύγιο καλλιτεχνών και διανοούμενων.

Ο πιο ωραίος δρόμος
(c) Michel Euler/AP Photo
Γνωστή στη Γαλλία ως «η πιο ωραία λεωφόρος του κόσμου», η λεωφόρος Σαμπς Ελιζέ στην καρδιά του Παρισιού είναι πράγματι ένας από τους πιο διάσημους, ακριβούς και όμορφους δρόμους του πλανήτη. Έχει στη μία της άκρη, την ιστορική Αψίδα του Θριάμβου και στα 2 χιλιόμετρά της, μπορεί να βρει κανείς καταστήματα των διασημότερων brands του κόσμου, καφετέριες κι όμορφα μικρά πάρκα. Ο δήμος του Παρισιού προσπαθεί να διατηρήσει με κάθε τρόπο τον μοναδικό της χαρακτήρα, απαγορεύοντας συχνά σε μεγάλες διεθνείς αλυσίδες να ανοίξουν καταστήματά τους στη Σαμπς Ελιζέ.





Η 10DECO | Διακόσμηση Εσωτερικού Χώρου www.10deco.gr εκτιμά και αναδημοσιεύει τα αξιόλογα άρθρα του διαδικτύου αναφέροντας πάντα την πηγή: http://newloutraki.blogspot.com

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...